29/03/2024

Αγανακτισμένοι πολίτες ή αντάρτικο πόλεων;

Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς*

 

 

Σε αντίθεση με ό,τι υποτίθεται συχνά, ο πόλεμος στο άστυ ή το αντάρτικο πόλεων εκτιμώ ότι είναι δυσκολότερος από άλλους τύπους πολέμου. Το περιβάλλον μάχης είναι ουδέτερο. Είναι το ίδιο για τις αντιμαχόμενες πλευρές, δηλαδή και για τις ημέτερες και τις αντίπαλες δυνάμεις. Μολονότι, ο πόλεμος στο άστυ είναι πιθανό να είναι πιο διαδεδομένος τα επόμενα χρόνια, είναι σημαντικό να μάθουμε να τον αντιμετωπίζουμε με αυτοπεποίθηση. Η σημερινή προσέγγιση σε αυτό το είδος μάχης είναι λανθασμένη επειδή επιβαρύνεται από την κακή ιστορία με θύματα αθώους πολίτες και καταστροφές περιουσιών. Τα προβλήματα της αστικής μάχης δεν είναι καινούργια. Επιπλέον, μπορούν να επιλυθούν μέσω ενός συνδυασμού σκληρής κατάρτισης, αλλαγών στη νοοτροπία των διοικητικών στελεχών και της τεχνολογικής καινοτομίας.

Ο πόλεμος είναι η «συνέχιση της πολιτικής, με άλλα μέσα», έγραψε ο Κλάουζεβιτς, ενώ η πολιτική, από την εποχή της ιδανικής πολιτείας του Πλάτωνα, δεν ήταν η επίτευξη της ευδαιμονίας για μία μόνο τάξη πολιτών, αλλά για ολόκληρη την Πολιτεία. Άρα η επιβολή της πολιτικής βούλησης σε μια ομάδα ανθρώπων με τη χρήση βίας απαιτεί, κατασταλτικές επιχειρήσεις εκεί όπου οι άνθρωποι ζουν την καθημερινότητα τους, δημιουργούν πλούτο και διεξάγουν συλλογική δημόσια ζωή. Είναι επομένως σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι το θεμελιώδες πρόβλημα του αντάρτικου πόλεων, μπορεί να ξεπερνά τη στρατηγική, αλλά, είναι αδιαχώριστη η τακτική από την πολιτική.

Η πολιτική υπαγορεύει ποια σειρά επιλογών τακτικής μπορεί να επιλέξει ο επιχειρησιακός παράγων καταστολής, ενάντια στους οριζόμενους αντίπαλους σε όλα τα πλαίσια. Αυτή είναι μια αλήθεια  ή μια αρχή πολέμου η οποία ισχύει όχι μόνο μέσα στις πόλεις, αλλά και στις αγροτικές περιοχές, στον κυβερνοχώρο καθώς και στα παιδία των μαχών. Εδώ και χρόνια, αυξάνεται ο σκεπτικισμός της χρησιμότητας της έννοιας των “επιπέδων του πολέμου”, στην οποία οι τακτικές φωλιάζουν ιεραρχικά μέσα στο επιχειρησιακό επίπεδο, οι οποίες φωλιάζουν μέσα στο στρατηγικό επίπεδο, και όλες μαζί αντικαθίστανται από την πολιτική. Άρα η πολιτική, κυρίως η βούληση, είναι η βασική προϋπόθεση αντιμετώπισης.

Υπάρχει λοιπόν μια παρόρμηση να διαχωριστούν αυτά τα επίπεδα για αναλυτικούς σκοπούς κατανόησης. Αλλά αυτό θα ήταν λάθος. Το αστικό περιβάλλον έχει την τάση να ενισχύει τα αρνητικά αποτελέσματα της προβολής της σχέσης μεταξύ πολιτικής και τακτικής ως ιεραρχικά ανώτερη. Σύμφωνα με αυτόν τον τρόπο σκέψης, είναι δυνατόν να εξορθολογιστεί η απομόνωση της τακτικής από τη μελέτη της πολιτικής και μερικές φορές και της στρατηγικής. Αν και υπάρχει σίγουρα καλός λόγος να πιστέψουμε ότι, μακροπρόθεσμα, οι μεγάλες τακτικές δεν μπορούν να αντισταθμίσουν την κακή πολιτική, οι τακτικές είναι και οι βάσεις και οι μονάδες της στρατηγικής και δεν πρέπει να παραμεριστούν στις συγκρούσεις του αστικού ιστού.

Στις πόλεις, αυτό ισχύει ιδιαίτερα επειδή η πυκνότητα των ανθρώπων σε ένα περιβάλλον υψηλής δικτύωσης μεγεθύνει το βαθμό στον οποίο αλληλεπικαλύπτονται η πολιτική και η τακτική.  Το αστικό περιβάλλον είναι εγγενώς δύσκολο. Αυτή η δυσκολία, ωστόσο, είναι ουδέτερη, εκδηλώνεται διαφορετικά, αλλά με ίση επίπτωση, προς όλες τις πλευρές, όπως αναφέραμε στην αρχή.

Δεν γνωρίζω τι προτείνουν οι ιθύνοντες ως μια ρεαλιστική λύση στα προβλήματα των αστικών συγκρούσεων, αλλά προσωπικά εκτιμώ ότι:

  1. Όταν πρόκειται για τον αριθμό και την αποτελεσματικότητα χρήσης των όπλων, είναι πιο σημαντικές οι τακτικές και οι ηγετικές ικανότητες των ενεχόμενων δυνάμεων καταστολής. Αυτές δε, αποκτώνται με συνεχή, συνεπή και σκληρή εκπαίδευση. Το σύνθημα πρέπει να είναι «περισσότερος ιδρώτας, παρά αίμα»
  2. Στην πράξη, η τεχνολογία πρέπει να είναι τόσο εξελιγμένη και να χρησιμοποιείται για να ενισχύσει ένα μοντέλο εντολών που θα βασίζεται στο θετικό πρότυπο ελέγχου, το οποίο θα καταπνίγει την πρωτοβουλία μικρών μονάδων, αμφίπλευρα.
  3. Η τόλμη, η αποφασιστικότητα, η συντονισμένη δράση και τα συναφή τα οποία είναι αρχές πολέμου που έχουν διδαχθεί σε κάθε άλλο τακτικό περιβάλλον, ισχύουν και στην πόλη.

 

*Ο Υποναύαρχος (εα) Δημήτριος Τσαϊλάς δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου, είναι μέλος και ερευνητής του Ινστιτούτου για την Εθνική και Διεθνή Ασφάλεια.

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024