20/04/2024

Ελλάδα – Τουρκία: Συνομιλίες “δύο σε ένα” με ανέβασμα των τόνων

Του Κώστα Ράπτη

Το ότι οι αντιπροσωπείες Ελλάδας και Τουρκίας συναντώνται σήμερα στην Αθήνα, σε συνέχεια του 61ο γύρου διερευνητικών συνομιλιών που πραγματοποιήθηκε στις 25 Ιανουαρίου στην Κωνσταντινούπολη, δεν σημαίνει ότι οι δύο πλευρές προσέρχονται στην ίδια διαπραγμάτευση…

Για μεν την τουρκική διπλωματία οι συνομιλίες είναι “συμβουλευτικές” και διαρκούν δύο ημέρες.

Ωστόσο, για την ελληνική πλευρά οι επαφές είναι διερευνητικές, με αποκλειστικό αντικείμενο την οριοθέτηση θαλάσσιων δικαιοδοσιών στο Αιγαίο – συμβαίνει όμως να ακολουθούνται αύριο από τις πολιτικές διαβουλεύσεις που συνηθιζόταν να πραγματοποιούνται τακτικά και σταμάτησαν τον Ιανουάριο του 2020.

Εξ ου και ο αυριανός συνομιλητής του τούρκου υπηρεσιακού υφυπουργού Εξωτερικών θα είναι ο γενικός γραμματέας του ελληνικού Υπουργείο Εξωτερικών Θεμιστοκλής Δεμίρης και όχι ο πρέσβης Αποστολίδης που προϊσταται από ελληνικής πλευράς των διερευνητικών.

Υπενθυμίζεται ότι από τη φύση τους οι διερευνητικές επαφές είναι άτυπες, δηλαδή διεξάγονται σε μη επίσημο χώρο, δίχως συνυπογραφή  ντοκουμέντων και κοινές δηλώσεις ή ανακοινώσεις, προκειμένου η κάθε πλευρά να αντιληφθεί καλύτερα τις επιδιώξεις και τις γραμμές υποχώρησης της άλλης χωρίς να αναλαμβάνει δεσμεύσεις.

Όμως, ήδη από τον προηγούμενο 61ο γύρο, ο οποίος πραγματοποιήθηκε μετά από διακοπή άνω των τεσσάρων ετών, η τουρκική πλευρά επιχείρησε να αναβαθμίσει πολιτικά το προφίλ των επαφών, μεταφέροντας την τελευταία στιγμή την διοργάνωση τους στο ανάκτορο του Ντολμάμπαχτσε (που λειτουργεί ως προεδρικό γραφείο στην Κωνσταντινούπολη) και αναθέτοντας ρόλο οικοδεσπότη στον Ιμπραχίμ Καλίν, εκπρόσωπο και εξ απορρήτων σύμβουλο του Τούρκου προέδρου.

Το αρχικό αυτό παράδοξο εξηγείται από την  απόκλιση των δύο πλευρών  ως προς το εύρος της ατζέντας των προς συζήτηση θεμάτων. Γίνεται όμως ακόμη ισχυρότερο από το πολιτικό κλίμα με το οποίο φρόντισε να περιβάλει η Άγκυρα τη σημερινή συνάντηση.

Ρηματική διακοίνωση

Μόλις χθες η Τουρκία έστειλε ρηματική διακοίνωση σε Ελλάδα, Ισραήλ και ΕΕ, στην οποία αναφέρει ότι πρέπει να ενημερωθεί και να ζητηθεί η έγκρισή της για έργα τα οποία σχεδιάζονται εντός (όπως θεωρεί) τουρκικής υφαλοκρηπίδας. Ο λόγος εν προκειμένω για τη διασύνδεση των συστημάτων ηλεκτροδότησης Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ, για την οποία υπογράφηκε μνημόνιο κατανόησης στη Λευκωσία στις 8 Μαρτίου. 

Η διασύνδεση αυτή, περισσότερο εφικτή (και πάντως κρίσιμη για την ισραηλινή πλευρά) απ’ ό,τι ο σχεδιαζόμενος αγωγός EastMed, προϋποθέτει, όπως και αυτός, εφαπτόμενες θαλάσσης δικαιοδοσίες της Ελληνικής και της Κυπριακής Δημοκρατίας, με αναγνώριση πλήρους επήρειας στο νησιωτικό σύμπλεγμα του Καστελόριζου – την οποία η Τουρκία αρνείται, επικαλούμενη το μέγεθος της ακτογραμμής της.

Στο πλαίσιο αυτό, η διπλωματική κινητικότητα των τελευταίων ημερών μεταξύ της Τουρκίας και της Αιγύπτου (η οποία κατά τα λοιπά έχει συμπήξει τριμερή συνεργασία με την Αθήνα και τη Λευκωσία), στην προοπτική ενδεχόμενης οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών μεταξύ των δύο  χωρών, έρχεται να περιπλέξει το τοπίο και να ανησυχήσει την ελληνική πλευρά –  αν και η ίδια η λογική της ελληνο-αιγυπτιακής τμηματικής οριοθέτησης του περασμένου καλοκαιριού σιωπηρά αναγνωρίζει ότι για την πέραν του 28ου μεσημβρινού θαλάσσια περιοχή υπάρχουν ανοιχτά ζητήματα με περισσότερους εμπλεκόμενους. 

Πρόσφατες άλλωστε είναι οι δηλώσεις του αντιπροέδρου και εκπροσώπου του κυβερνώντος κόμματος της Τουρκίας, Ομέρ Τσελίκ, ότι η Ελλάδα διακρίνεται από επιθετικότητα και ότι οι Έλληνες δεν μπορούν να βλέπουν με ασφάλεια το μέλλον τους χωρίς μια “δίκαιη συμφωνία” με την Τουρκία. Στο ίδιο πνεύμα η εκπρόσωπος του τουρκικού Υπουργείου Άμυνας, είχε φτάσει να χαρακτηρίζει “παράνομη” την έλευση ελληνικής πυραυλακάτου στο Καστελόριζο.

Πρόκειται ασφαλώς για μία ιδιόμορφη αντίληψη περί διπλωματίας, η οποία πλαισιώνει ένα ραντεβού τόσο κρίσιμο, όσο ο 62ος γύρος των διερευνητικών, με όξυνση και όχι άμβλυνση των  ρητορικών εντάσεων. Εξηγείται όμως από την δήλωση του Τσελίκ ότι η Τουρκία υπερασπίζεται τις θέσεις της “τόσο στο διπλωματικό τραπέζι όσο και επί του πεδίου”.

Όπου το μεν διπλωματικό τραπέζι προβάλλεται (ιδίως προς την κατεύθυνση των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λίγο πριν από τη Σύνοδο Κορυφής της τελευταίας) ως τεκμήριο καλής θέλησης, οι δε αναφορές στο “πεδίο” ως μετά βίας υποκρυπτόμενη στρατιωτική απειλή.

 

πηγή: Capital.gr 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024