28/03/2024

Η πρώτη Αβαροσλαβική πολιορκία της Θεσσαλονίκης-Μια ιστορική προσέγγιση

Fighting between Byzantines and Arabs Chronikon of Ioannis Skylitzes, end of 13th century. From Wikimedia Commons

Γράφει ο Γεώργιος Ιωάννης Αντωνόπουλος* 

 

Οι αβαροσλαβικές πολιορκίες της Θεσσαλονίκης έχουν απασχολήσει σε μεγάλο βαθμό την έρευνα διότι δίνουν χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με το ζήτημα της διείσδυσης και εγκατάστασης των Σλάβων στα Βαλκάνια. Πραγματοποιήθηκαν σε μια περίοδο κατά την οποία η βυζαντινή αυτοκρατορία αντιμετώπιζε σημαντικές στρατιωτικές προκλήσεις σε πολλαπλά μέτωπα. Καταρχάς, από το έτος 565, ο περσικός στρατός με τους άραβες συμμάχους του διεξήγαγε καταστροφικές επιχειρήσεις στη βυζαντινή Αρμενία και τη Μεσοποταμία. Παράλληλα στη Δύση το έτος 568, οι Λογγοβάρδοι διέσχισαν τις Άλπεις και εισέβαλλαν στη βόρεια Ιταλία, κατατροπώνοντας τους υπερασπιστές των βυζαντινών πόλεων. Κατόπιν, επεκτάθηκαν στην κεντρική και νότια Ιταλία, εκτός από την Πεντάπολη, τις Παπικές Κτήσεις και τα νότια παράλια, που παρέμειναν στην εξουσία του Βυζαντίου. Στην Αφρική, το βυζαντινό κράτος βρέθηκε αντιμέτωπο με τους Μαυρουσίους, οι οποίοι πραγματοποιούσαν επιδρομές και δημιουργούσαν προβλήματα  στην  οικονομία  και  το  εμπόριο  του  βυζαντινού επαρχιακού  πληθυσμού. Το σχέδιο του Ιουστινιανού Α΄ για την αποκατάσταση της ρωμαϊκής κυριαρχίας στη Δύση φαίνεται να καταρρέει. Από την άλλη πλευρά στο σύνορο του Δούναβη, μετά  την  εξαφάνιση  των  Ούννων, εμφανίστηκαν  νέοι  εξωτερικοί  εχθροί.  Από  τα  πολυάριθμα  βαρβαρικά  φύλα που προκάλεσαν προβλήματα στην αυτοκρατορία, πρωταγωνιστικό  ρόλο  είχαν οι  Άβαροι και οι Σλάβοι, των οποίων η δράση εντείνεται συστηματικά από τα μέσα του 6ου αιώνα, με φοβερές συνέπειες για τη Θράκη  και  το  Ιλλυρικό.

 

Εικόνα: Οι λαοί στον περίγυρο του Βυζαντίου (6ος-7ος αιώνας).
Πηγή: https://www.slideshare.net/NasiaFatsi/ss-67239578

Η απορρόφηση μεγάλου μέρους του βυζαντινού στρατού στην Περσία και η εξασθένιση των δουναβικών στρατευμάτων επέτρεψε στους Αβάρους να διαβούν τα βυζαντινά σύνορα στο β΄ μισό του 6ου αιώνα και να πραγματοποιήσουν επιχειρήσεις σε συνεργασία με τους Σλάβους, οι οποίες προετοίμασαν το έδαφος για νέες δυσμενείς εξελίξεις για την αυτοκρατορία.  Το έτος  574, ο αυτοκράτορας Τιβέριος Β΄ θέλοντας να λήξει τον πόλεμο μαζί τους και να ασχοληθεί με το ανατολικό μέτωπο, αναγκάσθηκε να υπογράψει συνθήκη και να τους παραχωρήσει τα περίχωρα της πόλης-κλειδί του Δούναβη, το Σίρμιο, με επακόλουθο την κατάληψη του από τους Αβάρους το έτος 582. Ήταν η αρχή τους τέλους της βυζαντινής κυριαρχίας στα Βαλκάνια. Οι επιτυχίες των Αβάρων ενθάρρυναν και τους Σλάβους, οι οποίοι από τη δεκαετία του έτους 580 είχαν αρχίσει επιδρομές στη νότια Βαλκανική. Η κατάληψη του Σιρμίου έπειτα από τρίχρονο αποκλεισμό, έδωσε το έναυσμα στους Αβάρους να ασκήσουν από κοινού δράση με τους Σλάβους και να πραγματοποιήσουν δυναμικές επιχειρήσεις με στόχο την κατάληψη βυζαντινών πόλεων, προελαύνοντας μέχρι τα Μακρά τείχη, περί τα 65 χλμ. δυτικά της Κωνσταντινούπολης. Παρά τις πολλαπλές προσπάθειες του μετέπειτα αυτοκράτορα Μαυρικίου να εξαγοράσει την ειρήνη από τους βαρβάρους, οι τελευταίοι έβρισκαν πάντοτε αφορμή να σπάσουν τη συμφωνία και να επιδοθούν σε αλλεπάλληλες επιδρομές, καταστρέφοντας πολλές πόλεις και φρούρια (Σιγγηδόνα, Τρόπαιον, Μαρκιανούπολη κ.α.). Σύντομα στο στόχαστρο τους βρέθηκε και η πόλη της Θεσσαλονίκης. Την περίοδο εκείνη μαρτυρούνται πέντε περιπτώσεις τέτοιων εφόδων-επιθέσεων εναντίον των «θεοφρούρητων» τειχών. Στο παρών άρθρο ακολουθεί η ιστορική προσέγγιση της πρώτης αβαροσλαβικής πολιορκίας.

 

Εικόνα: Οι νομάδες Άβαροι ανήκαν στην τουρκοαλταϊκή ευρύτερη ομοεθνία, στον κλάδο των Εφθαλιτών ή Λευκών Ούννων. Κατέφθασαν στην Ευρώπη στο β΄ μισό του 6ου αιώνα από την αρχική τους κοιτίδα στην κεντρική Ασία, διασχίζοντας τις στέπες πάνω σε πολεμικά άλογα.
Πηγή: https://en.topwar.ru/162184-slavjane-i-avary-v-vi-v.html

 

Οι συλλογές των Θαυμάτων

 

Πληροφορίες για τις παραπάνω πολιορκίες αντλούμε από τις συλλογές των θαυμάτων του αγίου Δημητρίου. Τα θαύματα του αγίου Δημητρίου είναι κείμενα που αφηγούνται τις θαυματουργικές εμφανίσεις και επεμβάσεις του αγίου Δημητρίου προς ωφέλεια της πόλης και των κατοίκων της. Τα θαύματα αυτά εκφωνήθηκαν αρχικά ως ομιλίες κατά την εορτή του. Έπειτα από ένα μικρό χρονικό διάστημα συγκεντρώθηκαν μαζί με τις προφορικές διηγήσεις των θαυμάτων σε τρείς συλλογές. Το πρώτο μέρος της συλλογής, στο οποίο εξιστορείται η πρώτη αβαροσλαβική πολιορκία, συνέταξε τη β΄ δεκαετία του 7ου αιώνα, ο τότε επίσκοπος της πόλης Ιωάννης. Η συλλογή αυτή περιέχει 15 θαύματα που χρονολογούνται στα τέλη 6ου-αρχές 7ου αιώνα. Ο αναγνώστης καθώς μελετάει τις συλλογές αυτές θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεχτικός. Στόχος του συγγραφέα των θαυμάτων δεν ήταν η ιστορική καταγραφή των γεγονότων αλλά η ανάδειξη της θαυματουργικής δράσης του αγίου Δημητρίου στην πόλη, καθώς επίσης και η σκιαγράφηση μιας στενής πατρικής σχέσης μεταξύ του τελευταίου και της Θεσσαλονίκης.

 

 

Εικόνα: Η γιορτή του αγίου Δημητρίου είναι μια από τις σημαντικότερες εορτές της Θεσσαλονίκης.
Πηγή: https://orthodoxia.online/ekklisia/i-eorti-tou-agiou-dimitriou-sti-thessaloniki/

Χρονολόγηση

 

Η πρώτη αβαροσλαβική πολιορκία της Θεσσαλονίκης χρονολογείται πιθανότατα το έτος 597, όταν στον θρόνο βρισκόταν ο αυτοκράτορας Μαυρίκιος. Αφορμή για την επίθεση των Αβάρων στη Θεσσαλονίκη αποτέλεσε η άρνηση του αυτοκράτορα να καταβάλει ετήσια χορηγία, μέτρο το οποίο εξασφάλιζε την ησυχία και την τάξη στο βόρειο σύνορο, το οποίο, ωστόσο, ήταν επαχθές για το δημόσιο ταμείο και το γόητρο του. Έπειτα από τη μη εκπλήρωση των αιτημάτων του, ο χαγάνος των Αβάρων Βαϊανός συγκέντρωσε ένα μεγάλο στράτευμα από υποταγμένους Σλάβους και άλλους πληθυσμούς, το οποίο απέστειλε στη Θεσσαλονίκη με σκοπό την εκπόρθηση της. Με την κίνηση αυτή στόχευε να πιέσει τον αυτοκράτορα να πραγματοποιήσει τα αιτήματα του. Η δύναμη των βαρβάρων αριθμούσε γύρω στους 100.000 άνδρες οπλίτες, αν και πιθανότατα ο Ιωάννης φούσκωσε εσκεμμένα το μέγεθος του στρατεύματος, θέλοντας να τονίσει τον κίνδυνο που η πόλη υφίσταται. Φαίνεται πως η επιλογή της Θεσσαλονίκης δεν ήταν τυχαία. Ο χαγάνος πιθανότατα γνώριζε ότι η πόλη είχε ταλαιπωρηθεί από έναν μεγάλο λοιμό λίγες μέρες νωρίτερα και δεν θα είχε το σθένος  να τον αντιμετωπίσει. Συνάμα, το μεγαλύτερο μέρος του επίλεκτου στρατιωτικού σώματος της επαρχίας απουσίαζε μαζί με τον έπαρχο στην επαρχία της Ελλάδας, αφήνοντας την άμυνα της πόλης στη στρατιωτική φρουρά. Την υπεράσπιση της Θεσσαλονίκης ανέλαβε μαζί με τη φρουρά και ένας σημαντικός αριθμός από Θεσσαλονικείς, ο οποίος συγκροτούσε την εποχή εκείνη ένα είδος πολιτοφυλακής, που υπεράσπιζε τα τείχη όταν οι συνθήκες το απαιτούσαν. Το σώμα της πολιτοφυλακής συντηρούταν από τους βουλευτές, και απαρτιζόταν κυρίως από πολίτες. Καθώς την εποχή εκείνη η φρούρηση των βορείων συνόρων κατέρρεε, οι πόλεις αναγκάστηκαν να διασφαλίσουν την άμυνα τους απέναντι σε απειλές που βρίσκονταν κοντά στα όρια της επικράτειας τους.

 

Μωσαϊκό από το ναό του Αγ. Δημητρίου, που αναπαριστά τον άγιο μαζί με έναν επίσκοπο Θεσσαλονίκης, που ταυτίζεται συνήθως με τον συγγραφέα Ιωάννη (αριστερά), και τον έπαρχο της πόλης (δεξιά).
Πηγή: https://www.karfitsa.gr.

Η πολιορκία

 

Οι βάρβαροι έφτασαν στη Θεσσαλονίκη τη νύχτα της Κυριακής 22 Σεπτεμβρίου προς ξημερώματα Δευτέρας 23 Σεπτεμβρίου. Με την άφιξη τους τοποθέτησαν το στράτευμα γύρω από την πόλη, σταματώντας την τροφοδότηση της από τις γύρω περιοχές. Ταυτόχρονα, ξεκίνησαν ληστρική δράση στην ύπαιθρο χώρα, συλλέγοντας τρόφιμα καθώς επίσης και ξύλα για την κατασκευή των πολιορκητικών μηχανών. Όλο αυτό το πολυάριθμο πλήθος έφτιαξε έναν εντυπωσιακό πολιορκητικό εξοπλισμό. (πολιορκητικούς κριούς, πετροβόλα όπλα και πολιορκητικές χελώνες). Από τον Θεοφύλακτο Σιμοκάττη μαθαίνουμε ότι οι Άβαροι είχαν αποκτήσει την πολιορκητική τεχνογνωσία το 587 κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του φρουρίου της Αππιάρειας, στην Κάτω Μοισία (σημερινό Ryahovo στη Βουλγαρία), όταν συνέλαβαν έναν βυζαντινό στρατιώτη, τον Βουσά. Ο αιχμάλωτος εξαγόρασε την απελευθέρωση του, διδάσκοντας στους βαρβάρους την πολιορκητική τεχνογνωσία. Παράλληλα με τις προετοιμασίες, μια μικρή και ευέλικτη ομάδα, περίπου τέσσερις χιλιάδες επίλεκτοι στρατιώτες, αποπειράται νυχτερινή επίθεση στο φρούριο της Αγ. Ματρώνας, ενέργεια που στόχευε στη λαφυραγώγηση. Με το πρώτο φως της ημέρας επιχειρήθηκε ανάβαση στο ανατολικό ή δυτικό προτείχισμα με κλίμακες, η οποία αντιμετωπίσθηκε αποτελεσματικά από τους φρουρούς του τείχους.  

 

 

Οι πρώτες ευρείας κλίμακας επιθετικές ενέργειες ξεκίνησαν την Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου. Οι βάρβαροι έριξαν το βάρος της επίθεσης τους στη δυτική και ανατολική πλευρά των τειχών, όπου μπορούσαν να παρατάξουν τις μηχανές τους. Στο βόρειο τμήμα, το έδαφος ήταν βραχώδες και δύσβατο, ώστε να δυσκολεύει την πρόσβαση των εισβολέων. Τα πετροβόλα όπλα βομβάρδιζαν την πόλη με λίθους, οι σλάβοι τοξότες χτυπούσαν τους αμυνόμενους με τα βέλη τους, ενώ μια ομάδα αποπειράθηκε να ανασκάψει τα θεμέλια του προτειχίσματος με αξίνες και μοχλούς, προστατευμένοι κάτω από μια πολιορκητική χελώνα. Από την άλλη πλευρά, οι αμυνόμενοι είχαν παραταχθεί στο κυρίως τείχος της πόλης, όπου χτυπούσαν με βέλη και δόρατα τους πολιορκητές. Για τον σκοπό της άμυνας είχαν κατασκευαστεί και πετροβόλα όπλα. Τις πρώτες δύο μέρες η κατάσταση μέσα στην πόλη ήταν τεταμένη. Ο Ιωάννης, ο οποίος συμμετείχε στην άμυνα της πόλης, περιγράφει παραστατικά τις δύσκολες ώρες της πολιορκίας. Η συστηματική χρήση των μηχανών προκαλεί τρόμο και απελπισία στους οι Θεσσαλονικείς, οι οποίοι στρέφουν το βλέμμα τους στον ουρανό και ζητάνε τη βοήθεια του Θεού.

 

Παρά τον τρόμο των αμυνόμενων, η κατάσταση στην πλευρά των βαρβάρων ήταν αρκετά δύσκολη. Ήδη από την αρχή της πολιορκίας το βαρβαρικό στράτευμα αντιμετώπιζε προβλήματα υποσιτισμού, παρά την ανεύρεση τροφίμων, η οποία  πραγματοποιήθηκε τις δύο πρώτες ημέρες της πολιορκίας. Το γεγονός αυτό οδήγησε αρκετούς στρατιώτες να λιποτακτήσουν και να αναζητήσουν καταφύγιο στην πόλη. Δύο ακόμη περιστατικά τόνισαν το ηθικό των Θεσσαλονικέων. Το πρώτο περιστατικό συνέβη στην ανατολική πλευρά των τειχών. Σύμφωνα με τον Ιωάννη μια ομάδα βαρβάρων αποπειράθηκε να εκπορθήσει την Κασσανδρεωτική πύλη (πρόκειται για την πύλη του Γαλερίου, η οποία βρίσκεται κοντά στο Συντριβάνι) με πολιορκητικό κριό αλλά εγκατέλειψε έντρομη την προσπάθεια όταν αντίκρυσε έναν γάντζο, τον οποίο οι υπερασπιστές είχαν κρεμάσει πάνω στο τείχος. Το δεύτερο περιστατικό έλαβε χώρα στο νοτιοδυτικό άκρο του τείχους. Οι ανδρειότεροι και οι θηριωδέστεροι βάρβαροι προσπάθησαν να εισέλθουν στον σκαπτό λιμένα του Κωνσταντίνου Α΄ (βρισκόταν στα σημερινά Λαδάδικα) μέσω μιας ξύλινης πλωτής γέφυρας από τη μεριά της θάλασσας. Ωστόσο, δεν τα κατάφεραν διότι η γέφυρα καταστράφηκε και τα κομμάτια της παρασύρθηκαν στη θάλασσα.

 

Σύντομα η κατάνυξη των αμυνόμενων μετατράπηκε σε θάρρος. Ο Ιωάννης αναφέρει χαρακτηριστικά ότι οι Βυζαντινοί περιπαίζανε τους βαρβάρους από τα τείχη και τους καλούσαν με υποσχέσεις να προσχωρήσουν στην πόλη. Η κατάσταση αυτή επέτρεψε στους αμυνόμενους να αντεπιτεθούν, βγαίνοντας από το κυρίως τείχος στο προτείχισμα και εκδιώκοντας με τόξα και δόρατα εκείνους που κατέστρεφαν τη βάση του προτειχίσματος, κι ενώ λίγο απέμενε να το γκρεμίσουν.

 

Εικόνα: Τα τείχη της Θεσσαλονίκης. Στα κάτω πεδινά τμήματα του ανατολικού και δυτικού μετώπου ήταν διπλής γραμμής, διαθέτοντας κυρίως τείχος και προτείχισμα με πιθανή την ύπαρξη τάφρου, εκτεινόμενο από την ακτή έως περίπου το ύψος της σημερινής οδού Αγ. ∆ηµητρίου.
Πηγή: http://vizantinonistorika.blogspot.com/2013/09/blog-post_10.html

 

Οι προσπάθειες των πολιορκητών συνεχίστηκαν και τις δύο επόμενες μέρες (Παρασκευή 27-Σάββατο 28), κατά τις οποίες οι καταπέλτες χτυπούσαν με μανία την πόλη. Εντούτοις, η απειρία των βαρβάρων στο χειρισμό των μηχανημάτων, κατέστη οποιαδήποτε προσπάθεια τους ανεπιτυχής. Ο Ιωάννης αναφέρει πως τα βλήματα τους έπεφταν είτε έξω από το τείχος, είτε το προσπερνούσαν κι έπεφταν εντός, και μόνο ένα έπληξε τον περίβολο προκαλώντας κάποια ζημιά. Βέβαια, αποδίδει το γεγονός αυτό στη Θεία Πρόνοια και όχι στην απειρία των βαρβάρων στον χειρισμό τέτοιων όπλων. Οι χειριστές των μηχανών υποχρεώθηκαν να απομακρύνουν τα πετροβόλα από τα τείχη, όταν υπέστησαν αρκετές απώλειες από εκείνα των Βυζαντινών. Στην ανεπιτυχή προσπάθεια να καταστραφούν τα τείχη συνέβαλλε και η μέριμνα των τελευταίων να καλυφθούν οι επάλξεις με στρώματα από παπύρους και σακιά, ώστε να μειωθεί η ένταση των λίθων που χτυπούσαν πάνω σε αυτά. Σύντομα η κόπωση και η κακή διοίκηση των στρατευμάτων από τους Αβάρους προκάλεσε τη δυσαρέσκεια των σλάβων υπόδουλων και δημιούργησε προστριβές μεταξύ τους. Αρκετοί από αυτούς αυτομόλησαν στη Θεσσαλονίκη, ζητώντας καταφύγιο. Την προτελευταία μέρα, απογοητευμένοι από την ανεπιτυχή έκβαση της πολιορκίας, οι πολιορκητές αποσύρθηκαν στα στρατόπεδά τους. Αποτέλεσμα της αδυναμίας τους ήταν οι Θεσσαλονικείς να εξέλθουν από το τείχος και να φονεύσουν κάποιους βαρβάρους που πλένονταν στη θάλασσα, πράξη που προβάλλεται από τον συγγραφέα ως σπουδαίο κατόρθωμα. Η λύση της πολιορκίας πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου. Οι επιδρομείς βρίσκονταν στις σκηνές τους, όταν προκλήθηκε αναταραχή μέσα στο στράτευμα των αντιπάλων, η οποία συνοδεύτηκε από τις μεταξύ τους αιματηρές λεηλασίες, και τέλος μια άτακτη φυγή στα ορεινά μέρη, κατά την οποία εγκατέλειπαν στο δρόμο τα περιττά σκεύη, τα ζώα και τους αιχμαλώτους τους. Ορισμένοι από τους εισβολείς προτίμησαν να καταφύγουν ως ικέτες στη Θεσσαλονίκη. Ήταν εκείνοι που ενημέρωσαν τους κατοίκους της για τη φυγή των βαρβάρων και την επιτυχή άμυνα της πόλης. Το γεγονός αυτό στάθηκε αφορμή για να δοξαστεί ο πολιούχος της άγιος Δημήτριος, διότι, όπως αναφέρει ο συγγραφέας, εξασφάλισε με την παρουσία και τη μεσολάβηση του στις κρίσιμες στιγμές την επιβίωση της πόλης και των κατοίκων της.

 

* Απόφοιτος του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος Βυζαντινής Ιστορίας του ΕΚΠΑ

 

Πηγές-Βιβλιογραφία

 

Τὰ  Θαύματα Δημητρίου  τοῦ  Θεσσαλονικέως  ὡς  ἱστορικαὶ πηγαί, µετάφρασις – περίληψις Ι. Ταρνανίδης, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Ίδρυµα Μελετών Χερσονήσου του Αίµου, Περιλήψεις – Μεταφράσεις αρ. 35, Θεσσαλονίκη 1967.

Θεοφύλακτος Σιµοκάττης, Οικουµενική Ιστορία, ed. C. de Boor, Theophylacti Simocattae Historiae, Leipzig 1887. Αναθ. έκδ. G. Wirth, Stuttgart 1972.

Γ. Βελένης, Τα τείχη της Θεσσαλονίκης. Από τον Κάσσανδρο ως τον Ηράκλειο, Θεσσαλονίκη 1998.

P. E. Chevedden, “The Invention of the Counterweight Trebuchet: A Study in Cultural Diffusion”, DOP 54 (2000) 71-116.

Ι. Ε. Καραγιαννόπουλος, Ιστορία Βυζαντινού Κράτους, τ. Ι (324-565), Θεσσαλονίκη 1991, τ. ΙΙ (565-1081), Θεσσαλονίκη 19932.

Φ. Μαλιγκούδης, Οι Σλάβοι στη Μεσαιωνική Ελλάδα, Θεσσαλονίκη 19912.

Φ. Μαλιγκούδης, Η Θεσσαλονίκη και ο κόσµος των Σλάβων. Εισαγωγικά δοκίµια, Θεσσαλονίκη 19972.

Σοφία Πατούρα-Σπανού, Η Μεθόριος του Δούναβη και ο κόσμος της στην εποχή της μετανάστευσης των λαών (4ος-7ος αι.), Γ. Καρδάρας (επιμ.), [Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών], Αθήνα 2008.

P. Lemerle, “La composition et la chronologie des deux premiers livres des Miracula S. Demetrii”, BZ 46 (1953) 349-361.

P.Lemerle, “Invasions et migrations dans les Balkans depuis la fin de l’époque romaine jusqu’ au VIIIème siècle”, RH 211 (1954) 265-308, (= P. Lemerle, Essais sur le monde byzantin, VR, London 1980, I).

P. Lemerle, Les plus anciens recueils des Miracles de Saint Démétrius et la pénétration des Slaves dans les Balkans, v. I: Le Texte, Paris 1979, II: Commentaire, Paris 1981.

 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024