29/03/2024

Η Εικονομαχική Πολιτική του Κωνσταντίνου Ε΄. Πραγματικότητα ή εικονόφιλη προπαγάνδα;

Εικονομάχοι καλύπτουν την εικόνα του Χριστού με ασβέστη. Ψαλτήρι Χλουντόφ (περί το 830). Μόσχα, Ιστορικό Μουσείο

Γράφει ο Γεώργιος Ιωάννης Αντωνόπουλος*

 

Ο Κωνσταντίνος Ε΄ θεωρείται ο πιο θερμός εικονοκλάστης από όλους τους εικονομάχους αυτοκράτορες που βασίλευσαν. Η περίοδος της βασιλείας του (740/1-774/5) είναι χαραγμένη από ποικίλα δραματικά γεγονότα που συνδέονται με την Εικονομαχία. Διάφορες ακρότητες έχουν αποδοθεί στο όνομα του. Χαρακτηριστικά, έχουμε τις περιβόητες καταστροφές μοναστηριών και εκκλησιών, διωγμούς μοναχών καθώς επίσης και διάφορες κατηγορίες προς το πρόσωπο του, όπως ότι αντιπαθούσε τα λείψανα των αγίων και τη λατρεία της Θεοτόκου. Από την άλλη πλευρά, οι πηγές που εξιστορούν τη βασιλεία του προέρχονται από εικονόφιλους συγγραφείς, οι οποίοι δεν την αποτιμούν θετικά. Μέσα στα κείμενα τους υπάρχει έντονο το στοιχείο της προπαγάνδας που είχε ως στόχο να δυσφημήσει το πρόσωπο και την πολιτική του δράση. Επομένως, στο παρών άρθρο, θα προσπαθήσω με βάση τις πηγές και τη βιβλιογραφία να παρατηρήσω, αν αληθεύουν τα όσα εξιστορούσαν οι χρονογράφοι και βιογράφοι αγίων της εποχής ή υπήρχε έντονο το στοιχείο της προπαγάνδας, το οποίο στόχο είχε να αμαυρώσει την εικόνα του εικονομάχου αυτοκράτορα.

Η βυζαντινή Αυτοκρατορία την εποχή των Ισαύρων (717-802).

Το Φαινόμενο της Εικονομαχίας

 

Η εικονομαχία ήταν μια πολιτικοθρησκευτική διαμάχη που πραγματοποιήθηκε στο Βυζάντιο τον 8ο και 9ο αιώνα και αναστάτωσε τη βυζαντινή πολιτική και εκκλησιαστική ζωή. Η Σύγκρουση αυτή εντοπίζεται μεταξύ Κράτους και Εκκλησίας με κέντρο των συγκρούσεων την Κωνσταντινούπολη, ενώ φαίνεται πως πήρε διαστάσεις και στην ύπαιθρο. Πρωταγωνιστές του εικονομαχικού ζητήματος υπήρξαν αφενός μεν οι λεγόμενοι «εικονομάχοι» ή «εικονόφοβοι», οι οποίοι ήταν αντίθετοι προς την εκδήλωση τιμής και λατρείας προς τις εικόνες, καθώς θεωρούσαν την πρακτική αυτή ειδωλολατρική και απαγορευμένη από την ίδια την Παλαιά Διαθήκη, αφετέρου δε οι αντίπαλοί τους «εικονόφιλοι» ή «εικονόδουλοι», οι οποίοι υπερασπίστηκαν την τιμητική προσκύνηση των εικόνων, η οποία προσκύνηση, όπως υποστήριζαν, διάβαινε στο εικονιζόμενο πρόσωπο.


Leo III the Isaurian, with Constantine V, AV Solidus. Constantinople mint.

 

Όψεις της εικονομαχικής πολιτικής του Κωνσταντίνου Ε΄

 

Το ζήτημα της Εικονομαχίας ανέκυψε ως κρίσιμο ζήτημα κατά την τέταρτη περίπου δεκαετία του 8ου αιώνα, όταν ανέβηκε στον θρόνο ο διάδοχος του Λέοντα Γ΄, ο Κωνσταντίνος Ε΄, ο οποίος κατηγορήθηκε από τους χρονογράφους της εποχής ότι εφάρμοσε μια σκληρή εικονομαχική πολιτική τόσο στους υπηκόους της αυτοκρατορίας όσο και στο μοναχικό κόσμο που εξέφραζε έντονα τη δυσαρέσκεια του στην Εικονομαχία.

Όσον αφορά την ακριβή χρονολόγηση της εικονομαχικής πολιτικής του Κωνσταντίνου Ε΄, οι πρώτες αναφορές χρονολογούνται το έτος 751/752, δηλαδή, δέκα περίπου χρόνια μετά την ανάληψη της βασιλείας του. Σύμφωνα με τους δύο εικονόφιλους χρονογράφους της εποχής, τον Θεοφάνη και τον Πατριάρχη Νικηφόρο, ο αυτοκράτορας οργάνωσε πολλά σχέδια κατά της εκκλησίας και της ορθοδόξου πίστης, εκφωνούσε διαγγέλματα και παρακινούσε τον λαό να ακολουθήσει τα σχέδια του, προετοιμάζοντας την εικονομαχική σύνοδο της Ιέρειας. Ο ίδιος ασχολήθηκε πιο ενεργά με το θεολογικό ζήτημα γύρω από τη λατρεία των εικόνων και συνέταξε θεολογικές πραγματείες, με σκοπό να αιτιολογήσει την απαγόρευση τους. Ωστόσο, πέρα από αυτές τις κινήσεις, δεν εντοπίζεται κάποια μορφή βίαιης καταστολής της εικονολατρίας και των υποστηρικτών της, πράγμα το οποίο ηχεί παράξενα, διότι παρακάτω, οι ίδιοι χρονογράφοι θα ασκήσουν έντονη κριτική στον αυτοκράτορα για τους διωγμούς που διέπραξε τα επόμενα χρόνια. Η απουσία τέτοιων πληροφοριών οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο αυτοκράτορας προσπάθησε στην αρχή να επιλύσει ειρηνικά το ζήτημα της Εικονομαχίας και ακολούθησε μια πιο ήπια πολιτική αντιμετώπισης της λατρείας των εικόνων.  Τα μόνα στοιχεία που διαθέτουμε, τα οποία έρχονται σε σύγκρουση με την παραπάνω άποψη, προέρχονται από τον βίο του Οσίου Στέφανου του Νέου. Ο βίος γράφτηκε από τον Στέφανο Διάκονο, το 807 ή το 809, σαράντα χρόνια από το μαρτύριο του Οσίου.  Σύμφωνα με το κείμενο, λίγο πριν από τη σύνοδο, ο Κωνσταντίνος ανέλαβε σκληρά μέτρα κατά των εικονολατρών, κατέστρεψε εικόνες και εκκλησίες, βεβήλωσε ιερά σκεύη και εκδίωξε μοναχούς. Βέβαια, πρόκειται για ένα πολυσυζητημένο κείμενο, του οποίου η αξιοπιστία έχει κατά καιρούς αμφισβητηθεί λόγω των χρονολογικών ανακριβειών και της προσθήκης φανταστικών προσώπων και επομένως δεν μπορούμε να βασιστούμε αποκλειστικά σε αυτό.

Τα αίτια που παρακίνησαν τον Κωνσταντίνο Ε΄ να ξεκινήσει την εικονομαχική προπαγάνδα εναντίον της λατρείας των εικόνων ήταν καταρχάς πνευματικά. Τα χαρακτηριστικά στοιχεία της πνευματικής ιδιοσυγκρασίας ενός Βυζαντινού ήταν το ανεπτυγμένο θρησκευτικό αίσθημα και η διάχυτη διάθεση για προσωπική επαφή με τον Θεό. Όλα τα γεγονότα γίνονταν για κάποιο λόγο και ερμηνεύονταν με βάση τη Θεϊκή βούληση και κρίση. Η βυζαντινή αυτοκρατορία, στα μέσα του 8ου αιώνα είχε κλονισθεί από ποικίλες καταστροφές και φυσικά φαινόμενα (σεισμός του 740, λοιμός 747). Πιθανότατα, ο αυτοκράτορας ερμήνευσε τα καταστροφικά γεγονότα ως θεϊκή προειδοποίηση για την ασέβεια των υπηκόων της αυτοκρατορίας και επομένως ασχολήθηκε πιο ενεργά με το ζήτημα της Εικονομαχίας, θέλοντας να γαληνέψει την κρίση του Θεού. Ωστόσο, οι θρησκευτικοί λόγοι δεν ήταν η μοναδική αιτία στην αλλαγή της στάσης του απέναντι στη λατρεία των εικόνων. Στην αρχή της βασιλείας του, ο στρατηγός του Θέματος των Αρμενιακών Αρτάβασδος επαναστάτησε με τον στρατό του και για μικρό χρονικό διάστημα είχε στεφθεί αυτοκράτορας. Τη στάση του υποστήριξε μια μεγάλη μερίδα εικονόφιλων. Όταν ο Κωνσταντίνος ανέτρεψε τον Αρτάβαζο το έτος 741/2, θεώρησε ότι οι εικονολάτρες δεν ασπάζονταν απλώς λανθασμένες θεολογικές απόψεις αλλά ήταν και ένοχοι προδοσίας γιατί στήριξαν έναν σφετεριστή του θρόνου. Βέβαια, το γεγονός ότι υπήρχαν ακόμα υποστηρικτές του σφετεριστή στην Κωνσταντινούπολη, ακόμη και μέσα στο αυτοκρατορικό παλάτι, εμπόδισε τον αυτοκράτορα να ξεκινήσει άμεσα τις εκκαθαρίσεις των εικονόφιλων αντιπάλων του. Είχε στόχο να κερδίσει την εμπιστοσύνη των υπηκόων του μέσω της προπαγάνδας, έτσι ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε παρόμοια στάση.

Η επόμενη του κίνηση ήταν να επισημοποιήσει και δογματικά την Εικονομαχία. Το 754 συγκάλεσε σύνοδο 338 επισκόπων στο παλάτι της Ιέρειας στην ασιατική πλευρά του Βοσπόρου, όπου εξέδωσαν μια σειρά από αποφάσεις που καταδίκαζαν τη λατρεία των εικόνων. Οι λαϊκοί παραβάτες τιμωρούνταν με αναθεματισμό και οι κληρικοί με καθαίρεση. Η Εικονομαχία ήταν πλέον μία επίσημη κρατική και δογματική πολιτική. Μετά από την πάροδο δεκαεννιά ημερών από την τελευταία συνεδρίαση, σε πανηγυρική τελετή στον Φόρο του Κωνσταντίνου, ανακοινώθηκαν οι αποφάσεις της συνόδου παρουσία του λαού και καταδικάστηκαν δημοσίως οι φανατικοί υποστηριχτές των εικόνων, ο πατριάρχης Γερμανός, ο Γεώργιος Κύπρου και ο Ιωάννης Δαμασκηνός. Βέβαια, ο αυτοκράτορας δεν εφάρμοσε ούτε αυτή τη φορά κάποια συντονισμένη επίθεση ενάντια στις εικόνες και στους εικονολάτρες. Οι κατηγορίες που του αποδίδουν οι πηγές περιορίζονται σε αόριστες αναφορές περί κοσμικής ή ακόμη και σατανικής εικονογράφησης σε εκκλησίες ή σε δημόσιους χώρους. Εξαίρεση αποτελεί ένα συμβάν που έλαβε χώρα 12 με 15 χρόνια μετά τη σύνοδο της Ιέρειας, στην Κωνσταντινούπολη και συγκεκριμένα στο Σεκρέτον (αίθουσα συμβουλίου) που συνέδεε το πατριαρχικό ανάκτορο με την Αγία Σοφία. Κατά την έβδομη Ινδικτιώνα (768/9) ο εικονομάχος πατριάρχης Νικήτας με το πρόσχημα της ανακαίνισης μερικών κτισμάτων του ναού που είχαν καταστραφεί από τα χρόνια, στις αίθουσες τελετών, δηλαδή το μικρόν και μεγάλο Σεκρέτο, κατέστρεψε τις εικονογραφίες του Σωτήρος και των αγίων με την εγκαυστική μέθοδο. Πέρα από το συμβάν αυτό, δεν διαθέτουμε πληροφορίες για παρόμοια ενέργεια, ενώ είναι σαφές ότι ο αυτοκράτορας εφάρμοζε μια τέτοια πολιτική μόνο όταν είχε την ευκαιρία να το κάνει (ανακαίνιση ενός ναού).  

 

Μικρογραφία 14ου αιώνα, αρκετά μεταγενέστερη, η οποία απεικονίζει τον Κωνσταντίνο Ε΄ να διατάζει την καταστροφή ενός ναού.

 

Η εικονομαχική κρίση του 765-767 και το φαινόμενο της «Μοναχομαχίας»

 

Η έντονη εικονομαχική δραστηριότητα του Κωνσταντίνου ξεκινάει γύρω στο 765-767. Η καταδίωξη των εικονόφιλων αποτυπώνεται με σαφήνεια και από τους δυο χρονογράφους. Ο Κωνσταντίνος εγκαινιάζει μια σειρά από διωγμούς και βίαιες πράξεις εις βάρος των εικονολατρών, ξεκινώντας απότομα από τη σύλληψη και καταδίκη του Στέφανου του Νέου το 765/6. Ακολουθεί η δίωξη των αυλικών αξιωματούχων και η επιβολή όρκου στους υπηκόους να μην προσκυνούν τις εικόνες. Ωστόσο, σε πρώτο βαθμό, οι διώξεις αυτές φαίνεται πως δεν αφορούσαν θρησκευτικά και δογματικά ζητήματα. Την περίοδο που ξεκίνησε η εικονομαχική κρίση κατηγορήθηκαν 19 αξιωματούχοι για συνωμοσία κατά του βασιλέως. Η υπόθεση αυτή ενισχύεται και από τη φύση των τιμωριών που επιβλήθηκαν στους κατηγορούμενους. Όλοι οι άρχοντες που συμμετείχαν στη συνωμοσία διαπομπεύτηκαν στον Ιππόδρομο. Οι δύο ηγέτες της συνωμοσίας αποκεφαλίστηκαν ενώ οι υπόλοιποι βασανίστηκαν, εξορίσθηκαν ή θανατώθηκαν. Το γεγονός ότι πολλοί από τους συνωμότες κατείχαν υψηλά αξιώματα αποδεικνύει ότι επρόκειτο για μια ευρεία συνωμοσία, ενορχηστρωμένη από ανώτερους αξιωματικούς του κράτους συμπεριλαμβανομένων των ηγετικών στρατιωτικών διοικητών του πατριάρχη και επίσης μερικούς από τους στρατιώτες τους. Στη συνωμοσία αυτή φαίνεται πως συμμετείχε και ο Στέφανος ο Νέος, ο κυριότερος μάρτυρας των εικονολατρών της πρώτης φάσης της Εικονομαχίας. Αν και τα στοιχεία δεν είναι ξεκάθαρα, είναι πολύ πιθανό η καταδίκη του Στέφανου να συνδέεται με τη στάση του 765/6. Καταρχάς, γνωρίζουμε ότι ο Στέφανος είχε έρθει σε επαφή με τους ηγέτες της στάσης. Επίσης, ο βιογράφος του αναφέρει ότι ασκούσε έντονη κριτική στο πρόσωπο του αυτοκράτορα και έπειθε πολλούς από τους αξιωματούχους του να στραφούν εναντίον του. Ο Κωνσταντίνος πρέπει να συνειδητοποίησε ότι ο Στέφανος αποτελούσε απειλή για τον ίδιο και επομένως έπρεπε να τον βγάλει από τη μέση. Τέλος, η μεταφορά της σορού του Στέφανου στους τάφους του Πελάγιου, τόπος όπου ρίπτονταν οι κατηγορούμενοι για εσχάτη προδοσία, όπως και η διαδικασία που ακολουθήθηκε όσον αφορά τη σύλληψη και φυλάκιση του, αποτελεί δείγμα της νομικής διαδρομής ενός κατηγορούμενου για έγκλημα καθοσιώσεως.

Στέφανος ο Νέος, ο Ομολογητής. Αργότερα αγιοποιήθηκε από την Ορθόδοξη Εκκλησία και γιορτάζει στις 28 Νοεμβρίου.

 

Μετά την καταδίκη του Στέφανου και την καταστολή της συνωμοσίας του 765/6 ο Κωνσταντίνος ακολούθησε μια σκληρή εικονομαχική πολιτική: επέβαλε όρκο σε όλους τους υπηκόους να μη προσκυνούν τις εικόνες, απαγόρευσε την επίκληση της Παναγίας και των αγίων και αφάνισε τα λείψανα τους. Η πολιτική αυτή σύντομα μετατράπηκε σε έναν ανελέητο πόλεμο κατά των μοναχών της αυτοκρατορίας. Διέταξε να πωληθούν τα μοναστήρια  και τα ιερά σκεύη, να καούν τα ιερά βιβλία και τα λείψανα των αγίων, να τιμωρηθούν οι μοναχοί. Πραγματοποιήθηκαν ανακρίσεις στην Κωνσταντινούπολη με στόχο τον εντοπισμό των εικονόφιλων, τις συλλήψεις και διώξεις των συγγενών τους. Σε διαφορετικό επίπεδο, ο αυτοκράτορας προσπάθησε να πείσει πολλούς μοναχούς και μοναχές να εγκαταλείψουν την κλήση τους και να επιστρέψουν σε μια κοσμική ζωή, ενώ μετέτρεψε ορισμένα μοναστήρια σε στρατώνες και ιπποστάσια. Η μεγαλύτερη επίδειξη βίαιης συμπεριφοράς εναντίον μονών και μοναχών έγινε στο θέμα των Θρακησίων. Σύμφωνα με τον Θεοφάνη, στην περιοχή του σώματος των Θρακησίων, το έτος 771, ο στρατηγός Μιχαήλ Λαχανοδράκοντας συγκέντρωσε όλους τους μοναχούς και τις καλόγριες της περιοχής του στο Τζυκανιστήριο της Εφέσου και τους υποχρέωσε να παντρευτούν ή να τυφλωθούν και να εκδιωχθούν στην Κύπρο .

Μικρογραφία 13ου αιώνα. Απεικονίζει τον βασανισμό και μαρτύριο του εικονόφιλου επισκόπου των Σάρδεων Ευθυμίου, ο οποίος μαρτύρησε την εποχή του εικονοκλάστη αυτοκράτορα Μιχαήλ Β΄, το έτος 824.

Στην πραγματικότητα, τα αποδεικτικά στοιχεία για κάθε σοβαρή δίωξη είναι αραιά και συνδέονται λιγότερο με τη θεολογική διαφορά. Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η λατρεία των εικόνων ήταν η κινητήρια δύναμη της σκληρής πολιτικής που ακολούθησε. Επίσης, εκτός από την εκτέλεση ενός μοναχού που ονομάζεται Ανδρέας, το 761/2, για προδοσία, η αντιμοναχική πολιτική του Κωνσταντίνου Ε΄ φαίνεται να ήταν τόσο επιλεκτική όσο και περιορισμένη σε εκείνους τους μοναχούς που αρνήθηκαν να πάρουν όρκο πίστης στις αποφάσεις της συνόδου του 754. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστέψουμε ότι ο Κωνσταντίνος Ε΄ είχε προσωπικό μίσος με τους μοναχούς. Η Εκλογή των Ισαύρων ρυθμίζει διάφορα θέματα σχετικά με την προστασία του μοναστικού κράτους. Μεταξύ των ατόμων που ενημέρωσαν τον αυτοκράτορα για την ανάμειξη του πατριάρχη στη στάση ήταν και πολλοί μοναχοί.

 

Όποιο και αν ήταν το κίνητρο του Κωνσταντίνου Ε΄, το σύνολο των διαφόρων ενεργειών που ανέλαβε μεταξύ 765/6 και 772/3 είχε στόχο τον καθαρισμό των αντιπάλων του εντός του Κράτους και της Εκκλησίας, σε συνδυασμό με μια επίθεση σε εκείνα τα μοναστικά ιδρύματα που στέκονταν εμπόδιο στη θρησκευτική του πολιτική, προπαγάνδιζαν απόψεις αντίθετες από τις δικές του, επηρέαζαν τους αξιωματούχους του περιβάλλοντος του και υπονόμευαν την ηθική εξουσία του ως ορθόδοξου αυτοκράτορα των Ρωμαίων. Ασφαλώς και κανείς δεν αρνείται ότι ο αυτοκράτορας άσκησε διώξεις, πολλές φορές βίαιες, υπερβολικές και έχοντας ως κεντρικό αποδέκτη τον μοναστικό κόσμο. Ωστόσο, οι πράξεις του δεν φάνηκαν να ήταν ούτε άγνωστες αλλά ούτε δυσάρεστες στους υπηκόους. Ο Κωνσταντίνος Ε΄ προσπαθούσε να ενημερώνει το λαό και να τον καθιστά σύμμαχό του.  Επίσης, οι τιμωρίες των συνωμοτών δεν έρχονταν σε αντίθεση με όσα καθόριζε η νομοθεσία για επιβολή κατά του αυτοκράτορα. Επομένως, ο χαρακτηρισμός τύραννος με την εννοιολογική σημασία της βυζαντινής πολιτικής ιδεολογίας δεν είναι δυνατό να αποδοθεί στον εικονομάχο αυτοκράτορα.

 

Από την άποψη αυτή, η εικονομαχική πολιτική του αυτοκράτορα, αν και διαδραμάτισε κάποιον ρόλο, ωστόσο, ήταν έμμεσος και μέρος μιας ευρύτερης θεολογικής θέσης. Η κύρια αιτία και το κίνητρο για τις πράξεις του παραμένουν ασαφή. Από την άλλη, ξεκάθαρο είναι το γεγονός ότι η υπεράσπιση των εικόνων από τους μοναχούς και η απόρριψη της εικονομαχικής του πολιτικής δεν ήταν το βασικό κίνητρο των διώξεων του.

 

Συμπεράσματα

 

Παρά τη γενικότερη προσπάθεια του για αναμόρφωση της αυτοκρατορίας, ο Κωνσταντίνος Ε΄ δεν αποτιμάται θετικά από τις πηγές. Μετά την επικράτηση της λατρείας των εικόνων το 813, γράφτηκαν επιθετικά κείμενα προς το πρόσωπο του, τα οποία δεν αναγνώρισαν την ικανότητα του στον διοικητικό και στρατιωτικό τομέα. Αντίθετα δημιούργησαν ένα καταστρεπτικό πορτραίτο που σχετίζονταν με την επιθετική πολιτική που εφάρμοσε στους εικονόφιλους. Στην περίπτωση του Κωνσταντίνου λειτούργησε το βασικό μοτίβο της βυζαντινής λογοτεχνίας: «το κακό ενάντια του καλού». Ο «κακός αυτοκράτορας» μισούσε τις εικόνες και τους μοναχούς και χρησιμοποίησε βία για να τους επιβληθεί. Το παράδοξο είναι ότι οι ίδιοι οι συγγραφείς έπεσαν θύματα αυτού του στερεότυπου, δηλαδή αμαύρωσαν την εικόνα του Κωνσταντίνου, γιατί τον μίσησαν. Έτσι, εξαιτίας του μένους τους προς τον εικονομάχο αυτοκράτορα, αδιαφόρησαν για τα πραγματικά αίτια, τα οποία οδήγησαν την κεντρική εξουσία στη λήψη μέτρων κατά των εικονολατρών. Ο Κωνσταντίνος Ε΄ ο οποίος αναδιοργάνωσε τον στρατό και την οικονομία, απέκρουσε τους εξωτερικούς κινδύνους και έθεσε την προβληματική της Εικονομαχίας σε θεολογικές-δογματικές βάσεις, έμεινε τελικά στην ιστορία ως «Κοπρώνυμος», «Καβαλίνος», πραγματικός δαίμονας.

 

* Απόφοιτος του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος Βυζαντινής Ιστορίας του ΕΚΠΑ

 

 

Πηγές και Βιβλιογραφία

Διάκονος Στέφανος, Στεφάνου διακόνου της εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, εις τον βίον και μαρτύριον τοϋ παμμάκαρος και οσίου μάρτυρος Στεφάνου τοϋ Νέου, μαρτυρήσαντος επί τοϋ άσεβους είκονοκαύστου βασιλέως Κωνσταντίνου του και Κοπρωνύμου, εκδ. Auzepy M-F., La Vie d’Etienne le Jeune par Etienne le Diacre, New York, 2016.

Νικηφόρου πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Ιστορία Σύντομος από της Μαυρικίου βασιλείας, εκδ.  C. Mango, Nikephoros Patriarch of Constantinople, Short History. Text, Translation, and Commentary, Ουάσιγκτον 1990.

Η. Delehaye, Synaxarium Ecclesiae Constantinopolitanae e codice Sirmondiano nunc Berolinensi, Propylaeum ad Acta Sanctorum Novembris, Βρυξέλλες 1902

Θεοφάνης, Χρονογραφία, εκδ. De Boor C., Theophanis Chronographia, εκδ., τόμ. A ‘ -Β ‘, Λιψία 1883, ανατ. Ν. Υόρκη 1980.

Brubaker L. and Haldon J., Byzantium in the iconoclast era (c. 680-850): a history, Cambridge 2011.

Χρήστου Ε., Τάξις και Βία στην Κωνσταντινούπολη (600-1028), Ηρόδοτος, Αθήνα 2015.

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024