Περί επενδύσεων και εθνικού συμφέροντος – Το παράδειγμα της aselsan
της Δρ Άννας Κωνσταντινίδου*
Ιστορικός- Διεθνολόγος
Η τουρκική αμυντική βιομηχανία ASELSAN, όπως υφίσταται η φημολογία εδώ και λίγα 24ωρα, πωλείται στους Άραβες. Και παρά το γεγονός ότι η διοίκηση της εταιρείας έσπευσε να διαψεύσει τις φήμες, εντούτοις, προχθές Εμιρατιανός αξιωματούχος επισκέφτηκε την εταιρεία για τις σχετικές συζητήσεις.
Οφείλουμε να πούμε κάτι. Το ελεύθερο εμπόριο και η ελεύθερη οικονομία παγιώνεται σε συγκεκριμένους διεθνείς κανόνες, βάσει των οποίων ουσιαστικά κατοχυρώνονται και οι επενδύσεις.
Ο Ερντογάν ξεπούλησε ή πρόκειται να ξεπουλήσει μία εθνική εταιρεία αμυντικού υλικού σε έναν «πρώην» (ή και νυν και αεί) αντίπαλο. Γιατί άλλο η Οικονομία και το Εμπόριο και άλλο το συμμαχικό κομμάτι, για το οποίο έχουμε εξηγήσει τη διαφορά. Ναι μεν στη Διπλωματία η Οικονομία δημιουργεί συνθήκες, ώστε τα κράτη να συγκλίνουν μεταξύ τους, αλλά αποτελεί μία πολύ συγκεκριμένη πτυχή της (και είχαμε παραθέσει στην τότε ανάρτηση το παράδειγμα της Σοβιετικής Ένωσης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου).
Και η ASELSAN δεν είναι μια οποιαδήποτε εταιρεία, πχ παραγωγής αναλώσιμων αγαθών, αλλά μία εταιρεία που παράγει αμυντικό εξοπλισμό, επομένως μία εταιρεία με πολύ συγκεκριμένο πρόσιμο, ακόμα και για την εθνική ασφάλεια.
Φυσικά, ένα Κράτος και πρέπει να το πούμε αυτό έχει τη δυνατότητα και το δικαίωμα, όταν θέτει σε πώληση ένα «εθνικό προϊόν», προκειμένου να αποφευχθούν συνθήκες, λχ. το συγκεκριμένο προϊόν να αγοραστεί από μία κοινοπρακτική εταιρεία εχθρικών εθνικά συμφερόντων, να πληροφορηθεί ποιος είναι ο ενδιαφερόμενος αγοραστής /επενδυτής.
Ωστόσο, και θέτοντας στο περιθώριο αυτήν την στιγμή την πώληση που έγινε ή πρόκειται να κάνει η Τουρκία προς τα ΗΑΕ, και βάζοντας στο προσκήνιο τις υπόλοιπες χώρες, ακόμα και τη δική μας, εκτός από το νομικό σκέλος που είναι το καθαρά τεχνικό σκέλος που εν πολλοίς στις περισσότερες των περιπτώσεων διασφαλίζει και τον επενδυτή και τον πωλητή, και ουσιαστικά κρίνεται η βάση για την οποιαδήποτε επένδυση, υφίσταται ή θα πρέπει να υφίσταται και το ηθικό του πράγματος, καθώς ναι μεν η ελεύθερη αγορά έχει τους δικούς της Κανόνες, ωστόσο υπάρχει ή θα πρέπει να υπάρχει και το σκέλος του ρεαλισμού, πόσο δόκιμο ή αδόκιμο είναι μία εταιρεία, όπως κυρίως αμυντικού υλικού να αγοράζεται από επενδυτή ενός άλλου κράτους, ενώ θα μπορούσε να υφίσταται η αγορά από εθνικό επενδυτή (το ξαναλέω ότι οι ρυθμίσεις αγοράς και πώλησης είναι πολύ συγκεκριμένες τόσο από το Διεθνές όσο και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο).
Και φυσικά, είναι πολύ συγκεκριμένο το νομικό πλαίσιο που προσφέρει τις απαιτούμενες εξασφαλίσεις (όπως πχ. σε εμάς η παραχώρηση της ΕΛΒΟ σε εβραϊκή εταιρεία) και είναι αναμφισβήτητο το γεγονός ότι όταν γίνονται τέτοιες επενδύσεις προέχει και γίνεται υπό το γνώμονα του εθνικού συμφέροντος, όμως το καθαρό δίλημμα που θα έπρεπε να υφίσταται για την κάθε χώρα, είναι (παρόλο που στο εμπόριο και στην οικονομία, αλλά και στις Διεθνείς Σχέσεις δεν υφίστανται συναισθηματισμοί, αν θα έπρεπε να υφίσταται πρωταρχικά η αναζήτηση εθνικού επενδυτή ή κοινοπρακτικού σχήματος που θα συμμετέχει εθνικός επενδυτής (όπως και έγινε με τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά) και πολύ δευτερευόντως η ανεύρεση επενδυτή από το εξωτερικό.
*Η Δρ Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός- Διεθνολόγος, Μέλος και Εξωτερική Συνεργάτιδα του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ), Εξωτερική Συνεργάτιδα Ανώτατης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και Σχολής Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ)