27/04/2024

Η εμφάνιση ενός ανεξάρτητου ουκρανικού κράτους ως ζωτική γεωπολιτική υποχώρηση για τη Ρωσία

Απόσπασμα από το βιβλίο του Zbigniew Brezinski «Η Μεγάλη Σκακιέρα» (εκδ. Λιβάνη, 1998, σελ. 162-164- Κεφάλαιο 4 «Η μαύρη τρύπα- Η νέα γεωπολιτική θέση της Ρωσίας»). 

«Το πιο ενοχλητικό απ΄ όλα ήταν η απώλεια της Ουκρανίας. Η εμφάνιση ενός ανεξάρτητου ουκρανικού κράτους δεν ήταν μόνο μια πρόκληση για όλους τους Ρώσους, που καλούνται να ξανασκεφτούν τη φύση της δικής τους πολιτικής και εθνοτικής ταυτότητας, αλλά και αντιπροσώπευε ζωτική γεωπολιτική υποχώρηση για το ρωσικό κράτος. Η αποκήρυξη της ρωσικής αυτοκρατορικής ιστορίας, που κράτησε πάνω από 300 χρόνια, σήμανε την απώλεια μιας δυνητικά πλούσιας βιομηχανικής και αγροτικής οικονομίας και 52 εκατ. ατόμων, που είναι επαρκώς συγγενείς με τους Ρώσους από εθνοτική και θρησκευτική άποψη, ώστε να κάνουν τη Ρωσία ένα πραγματικό, μεγάλο και γεμάτο πεποίθηση αυτοκρατορικό κράτος. Η ανεξαρτησία της Ουκρανίας στέρησε επίσης τη Ρωσία από την κυρίαρχη θέση της στη Μαύρη Θάλασσα, όπου η Οδησσός χρησίμευε ως η ζωτική πύλη της Ρωσίας για το εμπάργκο με τη Μεσόγειο και τον πέραν αυτής κόσμο.

Η απώλεια της Ουκρανίας ήταν κρίσιμης σημασίας από γεωπολιτική άποψη, γιατί μείωσε δραστικά τις γεωστρατηγικές επιλογές της Ρωσίας. Ακόμη και χωρίς τα Βαλτικά κράτη και την Πολωνία, αν η Ρωσία διατηρούσε τον έλεγχο της Ουκρανίας, θα μπορούσε να επιδιώξει να είναι ο ηγέτης μιας ισχυρής ευρασιατικής αυτοκρατορίας, στην οποία η Μόσχα θα μπορούσε να κυριαρχεί πάνω στους μη Σλάβους στα νότια και στα νοτιοανατολικά της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Όμως, χωρίς την Ουκρανία και τα 52 εκατ. των Σλάβων αδερφών της, οποιαδήποτε προσπάθεια της Μόσχας να ανοικοδομήσει την ευρασιατική αυτοκρατορία είναι πιθανό να αφήσει τη Ρωσία μόνη της και μπλεγμένη σε παρατεταμένες συγκρούσεις με τους μη Σλάβους που αφυπνίστηκαν εθνικά και θρησκευτικά, με τον πόλεμο στην Τσετσενία να είναι ίσως απλώς και μόνο το πρώτο παράδειγμα τέτοιων συγκρούσεων. Επιπλέον, με δεδομένα τη μείωση του ποσοστού γεννήσεων στη Ρωσία και τα εκρηκτικά ποσοστά γεννήσεων στους Κεντροασιάτες, οποιαδήποτε νέα ευρασιατική αυτοκρατορία, που θα βασιζόταν καθαρά στη ρωσική δύναμη χωρίς την Ουκρανία, θα γινόταν αναπόφευκτα λιγότερο ευρωπαϊκή και περισσότερο ασιατική κάθε χρόνο που θα περνούσε.

Η απώλεια της Ουκρανίας δεν ήταν μόνο κρίσιμης σημασίας από γεωπολιτική άποψη, αλλά επίσης καταλυτική. Οι ουκρανικές ενέργειες- η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Ουκρανίας το Δεκέμβριο του 1991, η επιμονή της στις κρίσιμες δριαπραγματεύσεις στην Μπέλα Βέζα να αντικατασταθεί η Σοβιετική Ένωση από μια χαλαρότερη Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών και ιδιαίτερα, η ξαφνική, σχεδόν πραξικοπηματική επιβολή ουκρανικής διοίκησης στις σοβιετικές στρατιωτικές μονάδες που είναι σταθμευμένες σε ουκρανικό έδαφος- εμπόδισαν την Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών να γίνει απλώς μια άλλη ονομασία μιας πιο συνομοσπονδιακής ΕΣΣΔ. Η πολιτική αυτοδιάθεση της Ουκρανίας παρέλυσε τη Μόσχα και αποτέλεσε παράδειγμα το οποίο ακολούθησαν, αν και αρχικά πιο δειλά, οι άλλες σοβιετικές Δημοκρατίες.

Μετά από την απώλεια της κυρίαρχης θέσης της στη Βαλτική θάλασσα η Ρωσία έχασε την αντίστοιχη θέση της και στη Μαύρη Θάλασσα, όχι μόνο λόγω της ανεξαρτησίας της Ουκρανίας, αλλά επειδή τα νέα ανεξάρτητα κράτη του Καυκάσου -η Γεωργία, η Αρμενία και το Αζεμπαϊτζάν- ενίσχυσαν τις δυνατότητες της Τουρκίας να αποκαταστήσει την επιρροή που είχε στην περιοχή. Πριν από το 1991, η Μαύρη Θάλασσα ήταν το σημείο εκκίνησης για την προβολή της ρωσικής ναυτικής δύναμης στη Μεσόγειο. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, στη Ρωσία απόμεινε μια μικρή λωρίδα ακτής στη Μαύρη Θάλασσα και εξακολουθεί να είναι άλυτη η διαμάχη της με την Ουκρανία σχετικά με τα δικαιώματα αγκυροβόλησης στην Κριμαία των υπολειμμάτων του σοβιετικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας, ενώ η Ρωσία παρακολουθεί με εμφανή ενόχληση κοινά νατοϊκά-ουκρανικά ναυτικά γυμνάσια και ελιγμούς αποβίβασης και τον αυξανόμενο ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας.»

 

Και συνεχίζει στη σελίδα 196 του ίδιου κεφαλαίου: 

«Η αντίθεση της αντίληψης της Μόσχας για την «ολοκλήρωση» ήταν ιδιαίτερα ισχυρή στην Ουκρανία. Οι ηγέτες της συνειδητοποίησαν γρήγορα ότι μια τέτοια «ολοκλήρωση», ιδιαίτερα στο φως των ρωσικών επιφυλάξεων για τη νομιμότητα της ουκρανικής ανεξαρτησίας, θα οδηγούσε τελικά στην απώλεια της εθνικής κυριαρχίας. Επιπλέον, η πιεστική αντιμετώπιση του νέου ουκρανικού κράτους από τη Ρωσία-η απροθυμία της να αναγνωρίσει τα νέα ουκρανικά σύνορα, η αμφισβήτηση των δικαιωμάτων της Ουκρανίας στην Κριμαία, η επιμονή της να έχει τον αποκλειστικό έλεγχο του λιμανιού της Σεβαστούπολης, το οποίο δεν θα υπόκειτο στη δικαιοδοσία του ουκρανικού κράτους- προσέδωσε στον αφυπνισμένο ουκρανικό εθνικισμό ιδιαίτερα αντιρωσική αιχμή. Έτσι, ο αυτοπροσδιορισμός του ουκρανικού έθνους, στη διάρκεια του κρίσιμου σταδίου διαμόρφωσης στην ιστορία του νέου κράτους, παρέκκλινε από τον παραδοσιακό αντιπολωνικό ή αντιρωμαιοκαθολικό προσανατολισμό του και αντίθετα εστιάστηκε στην αντίθεση σε οποιεσδήποτε ρωσικές προτάσεις για την προώθηση της ολοκλήρωσης της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων Κρατών, για ειδική σλαβική κοινότητα (με τη Ρωσία και τη Λευκορωσία) ή για την Ευρασιατική Ένωση, αποκρυπτογραφώντας τες ως ρωσικές τακτικές.

Η εξωτερική υποστήρικη ενθάρρυνε την αποφασιστικότητα της Ουκρανίας να διατηρήσει την ανεξαρτησία της. Αν και αρχικά η Δύση, ιδιαίτερα οι ΗΠΑ, καθυστέρησαν να αναγνωρίσουν τη γεωπολιτική σημασία που είχε η ύπαρξη ξεχωριστού ουκρανικού κράτους, στα μέσα της δεκαετίας του 1990, τόσο η Αμερική όσο και η Γερμανία ελιχαν γίνει ισχυροί υποστηρικκτές της ξεχωριστής ταυτότητας του Κιέβου.»

 

 

Ποιος ήταν ο Μπρζεζίνσκι

Ο Ζμπίγκνιου Μπρζεζίνσκι ήταν Πολωνοαμερικανός διπλωμάτης και πολιτικός επιστήμονας. Υπηρέτησε ως σύμβουλος του Προέδρου Λίντον Τζόνσον από το 1966 έως το 1968 και επίσης Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Προέδρου Τζίμι Κάρτερ από το 1977 έως το 1981. Ως διανοούμενος, ο Μπρζεζίνσκι ανήκε στη ρεαλιστική σχολή των διεθνών σχέσεων, στεκόμενος στη γεωπολιτική παράδοση του Χάλφορντ Μακίντερ και του Νίκολας Σπάιμαν. Στον Μπρζεζίνσκι πιστώνεται η δημιουργία της Τριμερούς Επιτροπής. (μια μη κυβερνητική οργάνωση που δημιουργήθηκε το 1973 με πρωτοβουλία της ηγετικής ομάδας της Λέσχης Μπίλντερμπεργκ (Bilderberg Club) και του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (Council on Foreign Relations), συμπεριλαμβανομένων των Ντέιβιντ Ροκφέλερ, Χένρυ Κίσινγκερ και Ζμπίγκνιου Μπρζεζίνσκι.Η επιτροπή περιλαμβάνει 300 έως 400 μέλη από τους πιο αναγνωρισμένους επιχειρηματίες, πολιτικούς και διανοούμενους προερχόμενους από τη Δυτική Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική και την περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού (κράτη μέλη του ΟΟΣΑ). Όπως και η Λέσχη Μπίλντερμπεργκ, είναι υποστηρικτής της παγκοσμιοποίησης.)

Σημαντικά γεγονότα εξωτερικής πολιτικής κατά τη διάρκεια της θητείας του περιελάμβαναν την εξομάλυνση των σχέσεων των ΗΠΑ με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (και τη διακοπή των σχέσεων με τη Κινεζική Δημοκρατία της Ταϊβάν), την υπογραφή της δεύτερης Συνθήκης Περιορισμού Στρατηγικών Όπλων (SALT II) με τη Σοβιετική Ένωση, τη διαμεσολάβηση των Συμφωνιών του Καμπ Ντέιβιντ μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ. Την ανατροπή του φιλικά προσκείμενου προς τις ΗΠΑ Μοχαμάντ Ρεζά Παχλαβί, όπου οδήγησε στην έναρξη της Ιρανικής Επανάστασης. Επίσης την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προκειμένου να υπονομευτεί η επιρροή της Σοβιετικής Ένωσης με την υποστήριξη των Αφγανών μουτζαχεντίν κατά τη διάρκεια του Σοβιετικού-Αφγανικού πολέμου.

Οι προσωπικές απόψεις του Μπρζεζίνσκι έχουν περιγραφεί ως «προοδευτικές», «διεθνείς»,πολιτικές φιλελεύθερες και «ισχυρές αντικομμουνιστικές». Υπήρξε υπέρμαχος του αντισοβιετικού περιορισμού, των οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της «καλλιέργειας μιας ισχυρής Δύσης». Έχει επαινεθεί για την ικανότητά του να βλέπει «τη μεγάλη εικόνα». Οι επικριτές τον περιέγραψαν ως «σκληροπυρηνικό της εξωτερικής πολιτικής» σε ορισμένα ζητήματα όπως οι σχέσεις Πολωνίας-Ρωσίας. Ο Μπρζεζίνσκι υπηρέτησε ως καθηγητής Αμερικανικής Εξωτερικής Πολιτικής στη Σχολή Προηγμένων Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου Johns Hopkins και διατέλεσε μέλος διαφόρων επιτροπών και συμβουλίων. Ο μεγαλύτερος γιος του είναι ειδικός σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και ο μικρότερος γιος του Μαρκ, είναι ο σημερινός πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών στην Πολωνία και στο παρελθόν υπηρέτησε ως Πρέσβης των Ηνωμένων Πολιτειών στη Σουηδία από το 2011 έως το 2015.

 

 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024