08/05/2024

Οι λιγότερο γνωστές προθέσεις της Ρωσίας στην Ουκρανία

Olivia Lazard*
Carnegie Europe 

 

Μέχρι τις τελευταίες ημέρες πριν από την εισβολή της Ρωσίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν πίστευε ότι ο Πούτιν επρόκειτο να επιτεθεί στην Ουκρανία. Εάν η ΕΕ – μια οργάνωση της οποίας η οποία έχει ως αρχή το «ποτέ ξανά» – παρείδε έναν πόλεμο, τι άλλο θα μπορούσε να έχει αγνοήσει;

Αρκετά, όπως αποδεικνύεται. Παρ’ όλη τη βία που εκτυλίσσεται ήδη στην Ουκρανία, ο πόλεμος μπορεί στην πραγματικότητα να είναι μόνο ένα κομμάτι σε ένα πολύ μεγαλύτερο παζλ, το οποίο η Ρωσία συμπληρώνει μέσω δοκιμών και σφαλμάτων τα τελευταία χρόνια.

Σε αυτό το παζλ, ο πόλεμος στην Ουκρανία πρέπει να αναλυθεί παράλληλα με τους ρωσικούς ελιγμούς στην Αφρική, την Κεντρική Ασία, τη Λατινική Αμερική και την Ανατολική Ασία. Πρέπει επίσης να αναλυθεί υπό το πρίσμα ενός μεταβαλλόμενου κόσμου, ο οποίος αποσταθεροποιείται από τις κλιματικές διαταραχές και τον γεωοικονομικό ανταγωνισμό.

Η Ρωσία θεωρείται εδώ και καιρό ως ένας παράγοντας που κάνει ελάχιστα για την κλιματική αλλαγή. Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν αμφιταλαντεύτηκε μεταξύ της άρνησης της ίδιας της ύπαρξης της κλιματικής αλλαγής, της υποτίμησής της, του να υποστηρίξει ότι θα ωφελήσει τη Ρωσία και εν συνεχεία τοποθέτησε τη Ρωσία ως θετικώς διακείμενη χώρα η οποία βοηθά στις αγορές αντιστάθμισης του άνθρακα σε πιο πρόσφατες κινήσεις.

Το συγκεχυμένο αφήγημα του Πούτιν σχετικά με την κλιματική αλλαγή και τη συστημική εξάρτηση της Ρωσίας από τους υδρογονάνθρακες κρύβουν μια πιο διαφοροποιημένη πραγματικότητα σχετικά με το πώς ο πρόεδρος αντιλαμβάνεται τους κινδύνους και τις ευκαιρίες που συνδέονται με το κλίμα και τις ψηφιακές μεταβάσεις.

Τα έγγραφα εθνικής ασφάλειας της Ρωσίας αποκαλύπτουν ότι ο Πούτιν κατάλαβε πριν από χρόνια ότι η κλιματική αλλαγή και οι γεωπολιτικές διαταραχές θα οδηγούσαν σε ριζικές αλλαγές στις αγορές ενέργειας και εμπορευμάτων, απαιτώντας επομένως από τη Ρωσία να διαφοροποιήσει την οικονομία της.

Όσο αφορά την ενέργεια, δύο θεμελιώδεις πτυχές καθόρισαν τη ρωσική προοπτική. Το ένα είναι ότι οι υδρογονάνθρακες θα παραμείνουν θεμελιώδεις για την παγκόσμια οικονομία και η μεγαλύτερη ζήτηση θα προέρχεται από την Ασία. Συνεπώς, η Ρωσία έπρεπε να στρέψει τις προσπάθειες προς την κατεύθυνση νέων αγορών και συνεργασιών.

Το δεύτερο είναι ότι η Ρωσία κατανόησε τις προσπάθειες της Ευρώπης να κινηθεί προς ένα ενεργειακό μείγμα με κύριο συστατικό τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που θα βασίζεται σε κρίσιμες πρώτες ύλες όπως οι σπάνιες γαίες. Η Ρωσία είναι πλούσια σε πολλά τέτοια υλικά. Όχι μόνο αυτό: η σύγχρονη Ρωσία στοχεύει στο να ανακτήσει τη βιομηχανική και εξαγωγική δύναμη της Σοβιετικής εποχής όσον αφορά τα κρίσιμα υλικά.

Στο μυαλό του Πούτιν, η ανάκτηση αυτής της ικανότητας είναι το κλειδί για να διασφαλιστεί το ότι η Ρωσία θα είναι σε θέση να γείρει την παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων προς όφελός της, να ανταγωνιστεί την Κίνα και να υπονομεύσει τη διατλαντική σχέση.

Στην πραγματικότητα, η στρατηγική οικονομικής διαφοροποίησης, η στρατηγική για τις κρίσιμες πρώτες ύλες, η στρατηγική εθνικής ασφάλειας και οι περιφερειακές στρατηγικές συνδέονται με έναν συγκεκριμένο στόχο: την ενίσχυση της ρωσικής στρατιωτικής και αμυντικής θέσης και τη διασφάλιση της γεωοικονομικής συνάφειας.

Ο στόχος της Ρωσίας απαιτεί τρία πράγματα: ανάπτυξη της βιομηχανικής της βάσης στο εσωτερικό· να κοιτάξει τις πλούσιες σε πόρους χώρες τις οποίες μπορεί είτε να ελέγξει είτε να συνεργαστεί στενά με τους δικούς της όρους και δημιουργία εταιρικών σχέσεων με χώρες σε όλο τον κόσμο, οι οποίες διαθέτουν πόρους συμπληρωματικούς σε αυτούς που μπορεί να ελέγχει άμεσα η Ρωσία.

Η Βραζιλία , για παράδειγμα, βρίσκεται σε δεύτερη μοίρα, ενώ το Καζακστάν και η Αρκτική μπαίνουν σε πρώτο πλάνο.

Τι σχέση έχει η Ουκρανία σε όλα αυτά;

Με εκτιμώμενο ορυκτό πλούτο άνω των 6,7 τρισεκατομμυρίων ευρώ, η Ουκρανία είχε συνάψει στρατηγική συνεργασία για τις πρώτες ύλες με την ΕΕ τον Ιούλιο του 2021, με στόχο την ανάπτυξη και τη διαφοροποίηση των αλυσίδων εφοδιασμού για κρίσιμα υλικά.

Η μόνη άλλη χώρα στην οποία είχε στραφεί η ΕΕ για μια τέτοια εταιρική σχέση είναι ο Καναδάς. Αυτή η εταιρική σχέση σχεδιάστηκε για να υποστηρίξει την απαλλαγή της ΕΕ από τις εκπομπές άνθρακα και να εμβαθύνει τους δεσμούς μεταξύ της ΕΕ και της Ουκρανίας. Δεδομένου ότι ορισμένα ορυκτά της Ουκρανίας βρίσκονται στο ανατολικό τμήμα της χώρας, το οποίο τώρα κατέχει η Ρωσία, το μέλλον της εταιρικής σχέσης είναι ασαφές.

Αυτό που είναι σαφές, ωστόσο, είναι η πρόθεση της Ρωσίας να αποκτήσει πρόσβαση στους πόρους που χρειάζεται η ΕΕ για να τηρήσει τη νομοθεσία της για το κλίμα – μια θεμελιώδη πτυχή των ευρωπαϊκών κοινωνικών συμφώνων στο πλαίσιο της Πράσινης Συμφωνίας. Η χρήση βίας και η εργαλειοποίηση της σύγκρουσης και του πολέμου είναι κεντρικής σημασίας για τη στρατηγική της Ρωσίας.

Δεν είναι μόνο στην Ουκρανία που παρατηρείται ένα τέτοιο μοτίβο. Ο όμιλος Wagner – μια μισθοφορική εταιρεία ανεπίσημα συνδεδεμένη με το Κρεμλίνο, ο ιδιοκτήτης της οποίας διευθύνει επίσης εξορυκτικές εταιρείες όπως η Lobaye Invest – είναι τώρα παρούσα σε αφρικανικές χώρες με σημαντικούς ορυκτούς πόρους, όπως η Μοζαμβίκη, η Μαδαγασκάρη, η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και το Μάλι.

Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το ότι η Ρωσία συνάπτει περισσότερες αμυντικές συνεργασίες που περιλαμβάνουν τοπογραφική και υδρολογική έρευνα, όπως με το Καμερούν ή τη Ζιμπάμπουε.

Τι σημαίνουν όλα αυτά;

Ο Πούτιν χρησιμοποιεί τον μανδύα της ιστορίας για να σχεδιάσει τον ρόλο της Ρωσίας στο κλιματικώς διαταραγμένο μέλλον. Στην Ουκρανία, μέσω της αναθεώρησης της ιστορίας δικαιολογεί την κατοχή και τον πόλεμο. Στην Αφρική, πρόκειται για την εργαλειοποίηση των τραυμάτων της ιστορίας – αποικιοκρατίας και ιμπεριαλισμού – για την υπονόμευση των αφρικανο-ευρωπαϊκών σχέσεων.

Πίσω από αυτά τα αφηγήματα, ο Πούτιν θέλει πρόσβαση σε πόρους και σφαίρες επιρροής. Μεταξύ άλλων στόχων, η στρατηγική του πρόθεση είναι να παίξει σε διάφορες ευρωπαϊκές εξαρτήσεις, συμπεριλαμβανομένων και μελλοντικών. Έχει καταλάβει κάτι που παραγνώρισε ολωσδιόλου η ΕΕ: η ενεργειακή μετάβαση είναι ένα γεωστρατηγικό ζήτημα.

Αν η Ευρώπη θέλει να ανταποκριθεί στις προκλήσεις ενός κόσμου όπου οι φορείς εργαλειοποιούν την αστάθεια και οπλίζουν τις αλυσίδες εφοδιασμού και τα κρίσιμα για την απεξάρτηση από τον άνθρακα κοιτάσματα ώστε να επανασχεδιάσουν την παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων, όλα σε μια περίοδο κλιματικής και οικολογικής κατάρρευσης, θα πρέπει να αλλάξει την οπτική της για τις μεταβάσεις. Η αλλαγή πρέπει να είναι συστημική, αλλά ξεκινά με μερικά βήματα.

Πρώτον, η Ευρώπη πρέπει να κατανοήσει ότι η ενεργειακή ασφάλεια και η κλιματική ασφάλεια είναι ένα και το αυτό.

Δεύτερον, πρέπει να ανακτήσει επειγόντως την ικανότητα ανάλυσης πληροφοριών και στρατηγικής ικανότητας. Μαζί, η ΕΕ και τα κράτη μέλη της πρέπει να προσπαθήσουν να κατανοήσουν τους περίπλοκους και δυναμικούς τρόπους με τους οποίους η ασφάλεια, η γεωπολιτική, οι επιθέσεις σε ανοιχτές κοινωνίες και δημοκρατικούς θεσμούς, καθώς και το κλίμα και η οικολογική κατάρρευση διαμορφώνουν τον σημερινό κόσμο. Εάν η Ευρώπη αποτύχει στην κλιματική της μετάβαση, η Ευρώπη θα αποτύχει δημοκρατικά, βιομηχανικά, οικονομικά, τεχνολογικά και κοινωνικά. Εάν εξωτερικοί παράγοντες προσπαθούν να υπονομεύσουν τις ευρωπαϊκές μεταβάσεις, τότε αυτό είναι ένα εξαιρετικά επείγον ζήτημα για τους φορείς άμυνας και ασφάλειας.

Τέλος, οι Ευρωπαίοι πρέπει να προσδιορίσουν τον τρόπο δημιουργίας ποιοτικών εταιρικών σχέσεων που να υπερβαίνουν τις συναλλαγές, και να προσφέρουν την προσαρμογή του κλίματος, τον μετριασμό του κλίματος και την οικοδόμηση ανθεκτικότητας μεταξύ της Ευρώπης και των εταίρων της. Τέτοιες συνεργασίες είναι το κλειδί για την οικοδόμηση ενός ασφαλούς μέλλοντος για το κλίμα και μιας γεωπολιτικής Ευρώπης.

Η διαφορά μεταξύ της Ρωσίας και της ΕΕ είναι ότι η τελευταία έχει καταλάβει ότι παλιά γεωπολιτικά αντανακλαστικά όπως η συσσώρευση πόρων δεν έχουν θέση στο Ανθρωπόκαινο. Απαιτείται μια νέα στρατηγική για την αντιμετώπιση στρατηγικών παιχνιδιών μηδενικού αθροίσματος. Είναι πλέον καιρός η Πράσινη Συμφωνία να εγκρίνει επιτέλους μια στρατηγική εξωτερικής πολιτικής – μια στρατηγική που να είναι αναγεννητική και δίκαιη.

*Η Olivia Lazard είναι συνεργάτης στο Carnegie Europe. Η έρευνά της επικεντρώνεται στη γεωπολιτική του κλίματος, τη μετάβαση που ξεκίνησε από την κλιματική αλλαγή και τους κινδύνους συγκρούσεων και ευθραυστότητας που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή και την περιβαλλοντική κατάρρευση.

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024