27/04/2024

Η Πολιορκία της Κωνσταντινούπολης (626)

Η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης το 626 όπως απεικονίζεται σε τοιχογραφία της Μονής Μολντοβίτα στη Ρουμανία.

Η Πολιορκία της Κωνσταντινούπολης το 626 από τους Σασσανίδες Πέρσες και τους Αβάρους, βοηθούμενοι από μεγάλους αριθμούς συμμάχων τους, Σλάβων, κατέληξε σε στρατηγική νίκη για τους Βυζαντινούς. Η αποτυχία της πολιορκίας έσωσε την αυτοκρατορία από την κατάρρευση, και, σε συνδυασμό με άλλες νίκες που πέτυχε ο αυτοκράτορας Ηράκλειος (610-641) το προηγούμενο έτος και το 627, το Βυζάντιο κατάφερε να επανακτήσει τα εδάφη του και τον τερματισμό των καταστροφικών Βυζαντινοπερσικών πολέμων με επιβολή ευνοϊκής συνθήκης και με σύνορα σταθερά.

 

Ιστορικό και Πολιορκία 


Το 602 ο στρατηγός Φωκάς ανέτρεψε τον αυτοκράτορα Μαυρίκιο (582-602), και καθιέρωσε μια βασιλεία τρόμου και ανικανότητας, οδηγώντας την αυτοκρατορία σε αναρχία. Θρησκευτικοί και διοικητικοί κακοί χειρισμοί άφησαν την αυτοκρατορία σε θλιβερή κατάσταση, όταν ο Σασσανίδης βασιλιάς Χοσρόης Β΄ (590 – 628) επιτέθηκε, χρησιμοποιώντας το πραξικόπημα ως πρόσχημα για πόλεμο. Αρχικά, ο πόλεμος πήγε καλά για τους Πέρσες, μέχρι που μόνο η Ανατολία παρέμεινε σε βυζαντινά χέρια. Αργότερα, ο Φωκάς ανατράπηκε από τον γιο του τότε Έξαρχου της Αφρικής, Ηράκλειο. 

Με περιορισμένη εμπειρία, ο Ηράκλειος άρχισε την αποκατάσταση του κράτους από τις καταστροφικές ενέργειες του Φωκά. Ωστόσο, παρά τις επιθέσεις του στη Μεσοποταμία ο Ηράκλειος δεν μπόρεσε να σταματήσει τους Πέρσες από το να πολιορκήσουν την Κωνσταντινούπολη, όπου από τη Χαλκηδόνα ήταν σε θέση να ξεκινήσουν την επίθεσή τους. Από τις 14 έως τις 15 Μάιος 626, έγιναν ταραχές στην Κωνσταντινούπολη κόντρα στον Ιωάννη Σεισμό επειδή ήθελε να ακυρώσει τις μερίδες ψωμί της σχολής της αυτοκρατορικής φρουράς και να αυξήσει το κόστος του ψωμιού σε 3-8 φόλλους. Ωστόσο, παρά την απομάκρυσή του υπήρξαν και άλλες αναταραχές στην αυτοκρατορία.

Πράγματι, στις αρχές Μαΐου του 626, οι Άβαροι συνεπικουρούμενοι από σλαβικά φύλα – Χρωβάτες (Κροάτες) και Σέρβους – πολιόρκησαν κατ’ αρχάς τη Θεσσαλονίκη επί 33 ημέρες και αφού απέτυχαν, στράφηκαν προς την Κωνσταντινούπολη, έξω από τα τείχη της οποίας έφθασαν στις 29 Ιουνίου. Το ίδιο διάστημα έφθασε από τη Μικρά Ασία και μία περσική στρατιά υπό τον Σαρβαραζά, η οποία στρατοπέδευσε στη Χαλκηδόνα.

Η πρώτη Αβαροσλαβική πολιορκία της Θεσσαλονίκης-Μια ιστορική προσέγγιση

 

 

Ο Χοσρόης, βλέποντας ότι χρειαζόταν μία αποφασιστική αντεπίθεση για να νικήσει τους Βυζαντινούς άφησε τον Σαχίν με 50.000 άνδρες στην Μεσοποταμία και την Αρμενία για να απασχολεί τον βυζαντινό στρατό, κι με ένα μικρότερο στρατό έφτασε και στρατοπέδευσε στα τείχη της Χαλκηδόνας, στην Ασιατική πλευρά του Βοσπόρου. Ο Χοσρόης είχε συμμαχήσει με τον χαγάνο των Αβάρων, έτσι ώστε να ξεκινήσει μια συντονισμένη επίθεση κατά της Κωνσταντινουπόλεως τόσο από την ευρωπαϊκή όσο και την ασιατική πλευρά. Ο περσικός στρατός στρατοπέδευσε στη Χαλκηδόνα, ενώ οι Άβαροι με τους Σλάβους στην ευρωπαϊκή πλευρά της Κωνσταντινούπολης όπου και κατέστρεψαν το υδραγωγείο του Ουάλη. Λόγω του βυζαντινού ναυτικού ελέγχου στο στενό του Βοσπόρου, όμως, οι Πέρσες δεν μπορούσαν να στείλουν στρατεύματα στην ευρωπαϊκή πλευρά για να βοηθήσουν τους σύμμαχους τους. Αυτό μείωσε την αποτελεσματικότητα της πολιορκίας. Επιπλέον, οι Πέρσες και οι Άβαροι είχαν δυσκολίες επικοινωνίας σε όλο τον φυλασσόμενο Βόσπορο, αν και αναμφίβολα, υπήρχε κάποια επικοινωνία μεταξύ των δύο δυνάμεων.

Στις 30 Ιουλίου, οι Άβαροι έστησαν πολιορκητικά μηχανήματα και την επομένη άρχισαν την επίθεση. Η δύναμη που παρέταξαν αριθμούσε από 80.000 έως 2.500.000 άνδρες, σύμφωνα με διάφορες πηγές. Το πιθανότερο, όμως, ήταν να μην ξεπερνούσαν τους 150.000 άνδρες.

Η κατάσταση ήταν κρίσιμη για τους πολιορκούμενους, καθώς ο Ηράκλειος βρισκόταν εκτός της Κωνσταντινούπολης, πολεμώντας τους Πέρσες στη Μικρά Ασία. Στη θέση του είχε αφήσει τον ανήλικο γιο του Κωνσταντίνο, τον οποίο επιτρόπευαν ο πατριάρχης Σέργιος και ο μάγιστρος Βώνος.

Από την πρώτη στιγμή της πολιορκίας οι Βυζαντινοί γνωρίζοντας τον άπληστο χαρακτήρα του χαγάνου προσπάθησαν να τον δελεάσουν με χρήματα και χρυσό. Αυτός παρέμεινε ασυγκίνητος και ζητούσε μετ’ επιτάσεως την παράδοση της Πόλης. Είχε φαίνεται τους λόγους του, καθώς οι Βυζαντινοί υποδαύλιζαν με διάφορους τρόπους τις τάσεις ανεξαρτησίας που επεδείκνυαν οι Σλάβοι έναντι των Αβάρων.

Ο χαγάνος σε μία κίνηση αντιπερισπασμού έριξε μέσα στον Κεράτιο κόλπο μονόξυλα πλοιάρια, τα οποία είχαν κατασκευάσει σλάβοι, προκαλώντας αναταραχή στους Βυζαντινούς. Στις 3 Αυγούστου έριξε και τα υπόλοιπα μονόξυλα που διέθετε στο Βόσπορο, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως αποβατικά για τη μεταφορά των περσικών δυνάμεων.

Στις 6 Αυγούστου, οι Άβαροι επιτέθηκαν σ’ ένα ασθενές τμήμα των τειχών της Κωνσταντινούπολης και κατέλαβαν την εκκλησία της Παναγίας των Βλαχερνών, στην οποία οχυρώθηκαν. Την επομένη, το κατασκοπευτικό δίκτυο των Βυζαντινών είχε μία μεγάλη επιτυχία. Πληροφορήθηκε το σύνθημα της επίθεσης των σλαβικών πλοιαρίων, που ήταν το άναμμα πυράς από μία συγκεκριμένη θέση, που ονομαζόταν «Πτερόν». Ο Βώνος έδωσε διαταγή να ανάψουν φωτιές στη θέση «Πτερόν», οι οποίες προκάλεσαν την άκαιρη επίθεση των σλαβικών πλοιαρίων και καθώς ήταν προετοιμασμένοι οι Βυζαντινοί κυριολεκτικά τα αποδεκάτισαν. Την ίδια τύχη είχαν και τα μονόξυλα που μετέφεραν Πέρσες στρατιώτες από τη Χαλκηδόνα, τα οποία βυθίσθηκαν από το βυζαντινό ναυτικό. Γύρω στους 4.000 Πέρσες έχασαν τη ζωή τους.

Τοπογραφικός χάρτης Κωνσταντινουπόλεως κατά τη Βυζαντινή περίοδο. Βασική πηγή χάρτη: R. Janin, Constantinople Byzantine. Developpement urbain et repertoire topographique. Το οδικό δίκτυο και διάφορες άλλες λεπτομέρειες με βάση το Dumbarton Oaks Papers 54. Πληροφορίες για τις εκκλησίες, ιδιαίτερα τις μη ταυτοποιημένες, από την ιστοσελίδα The Byzantine Churches of Istanbul του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.

 

 

Παρά τις συνεχείς επιθέσεις στα τείχη με βολές πολιορκητικών μηχανών για ένα μήνα, το ηθικό ήταν υψηλό μέσα από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης, λόγω του Πατριάρχη Σεργίου που με θρησκευτική θέρμη και πομπές, κατά μήκος των τειχών με την εικόνα της Παναγίας, κρατούσε ψηλά το ηθικό με την πεποίθηση ότι οι Βυζαντινοί ήταν υπό θεϊκή προστασία. Επιπλέον, οι κραυγές του πατριάρχη για το θρησκευτικό ζήλο ανάμεσα στην αγροτιά γύρω από την Κωνσταντινούπολη έγινε ολοένα και πιο αποτελεσματική από το γεγονός ότι αντιμετώπιζαν ειδωλολάτρες. Κατά συνέπεια, κάθε επίθεση ήταν μια καταδικασμένη προσπάθεια. 

Οι πολιορκημένοι, επίσης,  πήραν θάρρος και από την πληροφορία ότι πλησιάζει με στρατό ο αδελφός του αυτοκράτορα, Θεόδωρος. Βγήκαν από τα τείχη και πέρασαν στην αντεπίθεση. Ο χαγάνος έλυσε την πολιορκία και με τον στρατό του αποχώρησε. Από τότε, οι Άβαροι δεν ξαναενόχλησαν τους Βυζαντινούς και εξαφανίστηκαν από τον ορίζοντα της αυτοκρατορίας. Από την πλευρά του, ο επικεφαλής της περσικής στρατιάς Σαρβαραζάς «επέστρεψε μετ’ αισχύνης» στην πατρίδα του, όπως αναφέρουν οι χρονικογράφοι της εποχής.

Η θριαμβευτική νίκη των Βυζαντινών αποδόθηκε στην Παναγία. Ο Πατριάρχης, ο νεαρός Κωνσταντίνος, με όλους του επισήμους και τον λαό πήγαν στο ναό Παναγίας των Βλαχερνών και όλοι όρθιοι έψαλλαν τον λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο» στην Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη τους στην «Τη υπερμάχω στρατηγώ».

Κατά την επικρατέστερη άποψη, δεν ήταν δυνατό να συνετέθη ο ύμνος σε μία νύκτα. Άρα, μάλλον είχε συντεθεί νωρίτερα- κατά πάσα πιθανότητα από τον Ρωμανό τον Μελωδό-  και μάλιστα θεωρείται ότι ψαλλόταν στο συγκεκριμένο ναό στην αγρυπνία της 15ης Αυγούστου κάθε έτους. Απλώς, εκείνη την ημέρα ο ύμνος εψάλη «ὀρθοστάδην», ενώ αντικαταστάθηκε το ως τότε προοίμιο («Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει») με το ως σήμερα χρησιμοποιούμενο «Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια», το οποίο έδωσε τον δοξολογικό και εγκωμιαστικό τόνο στον ως τότε διηγηματικό και δογματικό ύμνο.

Σύμφωνα όμως με άλλες ιστορικές πηγές, ο Ακάθιστος Ύμνος συνδέεται και με άλλα παρόμοια γεγονότα, όπως τις πολιορκίες και την σωτηρία της Κωνσταντινούπολης επί των Αυτοκρατόρων Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου (673), Λέοντος του Ισαύρου (717-718) και Μιχαήλ Γ΄ (860). Δεδομένων των τότε ιστορικών συνθηκών (εικονομαχική έριδα, κλπ.), δεν θεωρείται απίθανο η Παράδοση να έχει αλλοιώσει την ιστορική πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να καθίσταται πολύ δύσκολο να λεχθεί μετά βεβαιότητος ποιό ήταν το ιστορικό περιβάλλον της δημιουργίας του Ύμνου.

 

Φορητή εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνιώτισσας, που μετέφεραν οι Σταυροφόροι στον Άγιο Μάρκο της Βενετίας το 1204 (Σοφίας Ν. Σφυρόερα, Κωνσταντινούπολη, Πόλη της Ιστορίας, Αθήνα 2006, ISBN 960-442-233-2, σελ. 231)

 

Συνέπειες 

Η αποτυχία της πολιορκίας ήρθε αμέσως μετά την είδηση της νίκης των Βυζαντινών, όπου ο αδελφός του Ηράκλειου, Θεοδώρος σημείωσε επίσης νίκη κατά του Πέρση στρατηγού Σαχίν. Έπειτα ο Περσικός στρατός εγκατέλειψε την Χαλκηδόνα και αποσύρθηκε στην Συρία, ακόμα, με την εξουδετέρωση των πιο ειδικευμένων στρατηγών του Χοσρόη, ο Ηράκλειος στέρησε από τον εχθρό του, μερικά από τα καλύτερα και πιο έμπειρα στρατεύματά του, διασφαλίζοντας παράλληλα τα πλευρά του, πριν την εισβολή του στην Περσία. Την επόμενη χρονιά, ο Ηράκλειος ηγήθηκε της εισβολής στη Μεσοποταμία για άλλη μια φορά, νικώντας ένα άλλο περσικό στρατό στη Νινευή. Στη συνέχεια, ο ίδιος βάδισε προς την Κτησιφώντα, όπου Πέρσης βασιλιάς ανατράπηκε από έναν άλλο. Τελικά, με υπογραφή συνθήκης, οι Πέρσες ήταν υποχρεωμένοι να αποσύρουν όλες τις ένοπλες δυνάμεις τους και να επιστρέψουν στην Αίγυπτο και το Λεβάντε με τα αυτοκρατορικά εδάφη της Μεσοποταμίας και της Αρμενίας επέστρεψαν σε Βυζαντινά χέρια κατά τον χρόνο της προγενέστερης συνθήκη ειρήνης του 595. Ο πόλεμος είχε τελειώσει, ούτε οι Πέρσες ούτε οι Βυζαντινοί θα ξαναπολεμήσουν πάλι μέχρι την αραβοισλαμική εισβολή έσπασε τη συμμαχία των δύο αυτοκρατοριών.

 

Χάρτης των περιχώρων της Κωνσταντινούπολης κατά τους Βυζαντινούς χρόνους

Αξιολόγηση 

Η πολιορκία του 626 απέτυχε γιατί οι Άβαροι δεν είχαν την υπομονή ή την τεχνολογία για να κατακτήσουν την πόλη. Αν και οι Πέρσες ήταν εμπειρογνώμονες στην πολιορκία, τα τείχη της Κωνσταντινούπολης αποδείχτηκε ότι μπόρεσαν να αντέξουν εύκολα τους πολιορκητικούς πύργους και τις άλλες μηχανές, εξαιτίας του ότι δεν θα μπορούσαν οι πολιορκητές να μετακινήσουν εξοπλισμό πολιορκίας στην ευρωπαϊκή πλευρά του Βοσπόρου όπου οι Άβαροι και οι Σλάβοι σύμμαχοι τους είχαν αρχικά τοποθετηθεί. Επιπλέον, οι Πέρσες και οι Σλάβοι δεν είχαν αρκετά ισχυρό ναυτικό για να αγνοήσουν τα θαλάσσια τείχη και να δημιουργήσουν ένα κανάλι επικοινωνίας. Η έλλειψη των προμηθειών για τους Αβάρους τελικά τους ανάγκασε να εγκαταλείψουν την πολιορκία.

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024