01/05/2024

Τζιάρρας: Η Τουρκία γίνεται αντιληπτή ως αδικαιολόγητα απαιτητική παρά ως ένας εταίρος (συνέντευξη)

Ο Ζήνωνας Τζιάρρας,  Λέκτορας στο Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κύπρου και συν-ιδρυτής του Geopolitical Cyprus, παραχώρησε συνέντευξη στη Γιώτα Χουλιάρα και στο Geopolitics & Daily News με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου του «8+2 Μύθοι για την τουρκική εξωτερική πολιτική» και μίλησε για την κατάσταση στην περιοχή μας με γνώμονα τις τριπλές εκλογικές αναμετρήσεις σε Ελλάδα, Κύπρο και Τουρκία. Ο κύριος Τζιάρρας με τις γνώσεις και την εμπειρία του επιχείρησε να δώσει μια ξεκάθαρη εικόνα για τις κινήσεις Ερντογάν σχετικά με την επικείμενη προεδρική εκλογική αναμέτρηση αλλά και τις σχέσεις της Άγκυρας με την Ουάσιγκτον υπό το πρίσμα των πρόσφατων εξελίξεων. Ταυτόχρονα, τόνισε πως Ελλάδα και Κύπρος πρέπει να βρίσκονται σε εγρήγορση καθώς σε προεκλογικές και μεταβατικές περιόδους τα πράγματα καθίστανται πιο ρευστά και ασταθή.

 


– Πρόσφατα κυκλοφόρησε σε Ελλάδα και Κύπρο από τις εκδόσεις Geopol Publishing το νέο σας βιβλίο με τίτλο: «8+2 Μύθοι για την τουρκική εξωτερική πολιτική». Θα θέλαμε να μας μιλήσετε γι΄αυτό το συγγραφικό σας πόνημα.

Πρόκειται για τη συνοπτική παρουσίαση – και ελπίζω, κατάρριψη – κάποιων μύθων για την τουρκική εξωτερική πολιτική που είτε είναι διαδομένοι στον ελληνικό χώρο, είτε η ίδια η Τουρκία προωθεί για τον εαυτό της. Η ιδέα προέκυψε όταν κατά τις ιδιωτικές και δημόσιες συζητήσεις που είχα για την Τουρκία αντιλήφθηκα πως έβρισκα συχνά τον εαυτό μου αντιμέτωπο με επιφανειακές ερμηνείες και αφηγήματα για την τουρκική εξωτερική πολιτική που είχαν λίγη σχέση με την πραγματικότητα. Θεώρησα ότι μια πιο προσεκτική ματιά θα μπορούσε να βοηθήσει τόσο στην ενημέρωση του κοινού αλλά και στην ανάλυση που γίνεται στα κέντρα λήψης αποφάσεων.

 

– Γιατί πιστεύετε ότι η ελληνική δημόσια συζήτηση πάσχει στα ζητήματα αντίληψης και ανάλυσης της Τουρκίας με αποτέλεσμα να κατακλύζετε από λανθασμένες ερμηνείες, αφηγήματα και μύθους;

Ο ένας λόγος έχει να κάνει με την πικρή ιστορική εμπειρία της Ελλάδας και της Κύπρου με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και αργότερα με την Τουρκία. Η εμπειρία και η συλλογική μνήμη δημιουργούν προσεγγίσεις που είναι πολλές φορές συναισθηματικές. Αυτό φυσικά δεν αναιρεί το γεγονός ότι υπάρχουν υπαρξιακά προβλήματα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε σήμερα αναφορικά με την Τουρκία. Ωστόσο η συνεχής ένταση, η ανασφάλεια, και το αίσθημα της αδικίας, μας οδηγούν πολλές φορές να λειτουργούμε με το θυμικό, ενίοτε να υπερβάλλουμε ή και να υποτιμούμε τον απέναντί μας. Το ζητούμενο δεν είναι ούτε να υπερβάλουμε ούτε να υποτιμήσουμε, αλλά να αξιολογήσουμε κάθε φαινόμενο στις πραγματικές του διαστάσεις ώστε να δράσουμε συντεταγμένα και αποτελεσματικά. Ο δεύτερος λόγος είναι πιο απλός και σχετίζεται με το γεγονός ότι σε Ελλάδα και Κύπρο η ανάλυση της Τουρκίας γίνεται πολύ συχνά μέσα από τον φακό των δικών μας προβλημάτων/σχέσεων με την Τουρκία. Αυτό μας στερεί μια πολύ μεγαλύτερη και πιο ουσιαστική εικόνα που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την ιστορία της χώρας, τα ζητήματα της ταυτότητας και της ιδεολογίας (και τις διάφορες αποχρώσεις μεταξύ των), αλλά και τις υπόλοιπες διεθνείς σχέσεις της Τουρκίας. 

– Πρόσφατα ο Ερντογάν ανακοίνωσε ότι προχωρά σε πρόωρες εκλογές στις 14 Μαΐου, επιλέγοντας την συγκεκριμένη ημερομηνία, όπως εξήγησε στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος του, λόγω της εκλογικής νίκης του Αντνάν Μεντερές την 14η Μαΐου  του 1950. Γιατί ο Τούρκος πρόεδρος ταυτίζεται με έναν πολιτικό που απαγχονίσθηκε μετά το πρώτο στρατιωτικό πραξικόπημα του 1960;

Ο Ερντογάν αντιλαμβάνεται (ή/και ερμηνεύει) την άνοδο του Μεντερές στην εξουσία ως την πρώτη ρήξη με την πρωτοκαθεδρία του κεμαλικού στρατο-γραφειοκρατικού κατεστημένου (όπως εκφράστηκε στην μονοκομματική περίοδο, 1923-1950) και άρα με την προσπάθεια της βίαιης εκκοσμίκευσης του κράτους που καταπίεσε και περιθωριοποίησε την θρησκεία. Συνεπώς, ο Ερντογάν εξισώνει τα μερικά ανοίγματα εκδημοκρατισμού (και προς τη θρησκεία) που έκανε ο Μεντερές με τη σταδιακή επιστροφή του Ισλάμ στην κοινωνική και πολιτική ζωή του τόπου. Ταυτόχρονα κατηγοριοποιεί την κεμαλική παράδοση ως δικτατορική και εχθρική απέναντι στην πραγματική βούληση του τουρκικού λαού που επιλέγει φυσιολογικά το Ισλάμ. Το δε γεγονός ότι ο Μεντερές ανατράπηκε από τον στρατό με το πραξικόπημα του 1960 είναι για τον Ερντογάν ακόμα μια απόδειξη ότι το κεμαλικό κατεστημένο αντιστέκεται στον εκδημοκρατισμό τον οποίο ταυτίζει ουσιαστικά με την ενίσχυση και κυριαρχία της ισλαμικής παράδοσης. Υπό αυτό το πρίσμα, παρουσιάζει τον εαυτό του ως τον ηγέτη που κατάφερε να ολοκληρώσει την νομοτελειακή εξέλιξη της επιστροφής του Ισλάμ στο κράτος και την κοινωνία η οποία ξεκίνησε με τον Μεντερές.

– Στο μεταξύ πραγματοποιήθηκε και η συνάντηση Μπλίνκεν Τσαβούσογλου στην Ουάσιγκτον με την τουρκική πλευρά να στέλνει στις ΗΠΑ συγκεκριμένο μήνυμα για τα F-16. Πώς σχολιάζετε τη συνάντηση των δυο διπλωματών δεδομένου ότι δεν υπήρξε συνέντευξη τύπου στο τέλος; Εκτιμάτε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν θα ζητήσει από το Κογκρέσο να εγκρίνει την αγορά των F-16;

Η έκβαση της συνάντησης ήταν αναμενόμενη και οι Ερντογάν και Τσαβούσογλου το γνώριζαν. Τρείς παράγοντες συνέβαλαν σε αυτό: το γεγονός ότι το Κογκρέσσο έχει λόγο, η ευρύτερη συμπεριφορά της Τουρκίας η οποία πλέον αναγνωρίζεται ως τουλάχιστον προβληματική, και η προεκλογική συγκυρία στην Τουρκία που κάνει τους διεθνείς δρώντες πολύ πιο προσεκτικούς απέναντι στην κυβέρνηση Ερντογάν. Ο πρόεδρος Μπάιντεν θα μπορούσε να ζητήσει την έκκριση για τα F-16, αλλά το κλίμα αυτή τη στιγμή δεν είναι ευνοϊκό για κάτι τέτοιο. Η Τουρκία γίνεται μάλλον αντιληπτή ως αδικαιολόγητα απαιτητική παρά ως ένας εταίρος που διαπραγματεύεται καλή τη πίστη. Είναι δύσκολο για τους Αμερικανούς να επιβραβεύσουν μια τέτοια παρεκκλίνουσα συμπεριφορά εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Τουρκία δεν θα πάρει ποτέ τα F-16. Απλώς, για να το καταφέρει θα πρέπει να προχωρήσει σε ουσιαστικές παραχωρήσεις, για παράδειγμα στο ζήτημα της ένταξης της Σουηδίας και της Φιλανδίας στο ΝΑΤΟ. Αυτό όμως, με τη σειρά του, είναι δύσκολο για διάφορους λόγους μεταξύ των οποίων και η προσπάθεια του Ερντογάν να επανεκλεγεί, κάτι για το οποίο χρειάζεται και την αντιδυτική ρητορική. Η διαπραγμάτευση πιθανόν να γίνει ευκολότερη μετά τις εκλογές, ανεξαρτήτως αποτελέσματος.

– Την ίδια ώρα, η Τουρκία με αρωγό την Ρωσία έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια προσέγγισης με τη Συρία και οι πληροφορίες λένε ότι γίνονται διαβουλεύσεις με στόχο να επιτευχθεί συνάντηση Ερντογάν Άσαντ. Πώς αλλάζει η τουρκοσυριακή προσέγγιση τα δεδομένα στην περιοχή; Ποιος ο αντίκτυπος για ΗΠΑ και Κούρδους;

Οι δύο βασικότεροι στόχοι της Τουρκίας στη Συρία είναι η αντιμετώπιση της κουρδικής απειλής και η διαχείριση του προσφυγικού προβλήματος. Οι στρατιωτικές επεμβάσεις της παρουσίασαν σημαντική επιτυχία αναφορικά με τον πρώτο στόχο, αφού εκδίωξαν τους Κούρδους από την τουρκο-συριακή μεθόριο και δημιούργησαν ζώνες ελέγχου και επιρροής. Οι ίδιες ζώνες χρησιμοποιήθηκαν και για τη μετεγκατάσταση προσφύγων από την Τουρκία. Με τη συμβολή της Ρωσίας, η Τουρκία προσπαθεί μεν να αποφύγει μια νέα στρατιωτική περιπέτεια που ενδεχομένως να είχε αρνητικό αντίκτυπο στις εκλογικές προσπάθειες του Ερντογάν, αλλά να βρει ένα modus vivendi με τον Άσαντ που θα του επιτρέψει να αποσυμφορήσει το προσφυγικό στο εσωτερικό, που ιεραρχείται ψηλά στην προεκλογική ατζέντα. Η εν λόγω προσέγγιση θα λειτουργήσει, εφόσον ευοδωθεί, θα λειτουργήσει σαφώς αρνητικά για τους Κούρους και, κατ’ επέκταση για την αμερικανική σφαίρα επιρροής στη Συρία. Ο λόγος έγκειται στις απαιτήσεις που θα εγείρει η Τουρκία για το μέλλον των Κούρδων στο νέο συριακό σύνταγμα και την πιθανότητα συνεργασίας των δύο χωρών για την καταστολή των κουρδικών πολιτοφυλακών οι οποίες ελέγχουν και μεγάλες εκτάσεις στα ανατολικά του Ευφράτη.

– Στο βιβλίο σας «Η Διεθνής Πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαζήση, έχετε ειδικό κεφάλαιο για το Σύνδρομο της Λωζάνης στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Πώς οφείλει η χώρα μας να αντιδράσει στην τουρκική προκλητικότητα η οποία απορρέει από την προσπάθεια της αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάνης

Η αντίδραση της Ελλάδας πρέπει σαφώς να ξεδιπλωθεί σε τρία επίπεδα: α) σε επίπεδο προετοιμασίας για την αντιμετώπιση της οποιασδήποτε στρατιωτικής απειλής από την Τουρκία, β) σε επίπεδο διεθνοποίησης του προβλήματος με σοβαρό και στοιχειοθετημένο τρόπο, και γ) σε επίπεδο συνεχούς επίδειξης της πρόθεσης για μια διπλωματική διαδικασία διαλόγου με την Τουρκία. Κανένα από τα παραπάνω τρία επίπεδα δεν πρέπει να αποκλείει το άλλο και, στην πραγματικότητα, κανένα δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικό χωρίς το άλλο. Πέρα όμως από τα επίπεδα αντίδρασης και αντιμετώπισης, θα ήθελα να αναφέρω και την ανάγκη για μια επιδραστική – μη ετεροπροσδιορισμένη – ελληνική εξωτερική πολιτική. Η Ελλάδα πρέπει να απεξαρτηθεί από τη λογική της συνεχούς αντίδρασης στις τουρκικές κινήσεις και να αναπτύξει δικές της πρωτοβουλίες προώθησης των συμφερόντων και της ατζέντας της σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο.

– Ποια εκτιμάτε ότι θα είναι η στάση της Κύπρου στο μοίρασμα της ενεργειακής πίτας στην περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου. 

Δυστυχώς η Κύπρος βρίσκεται σε μειονεκτική θέση διότι, παρά την ανακάλυψη των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην ΑΟΖ της, έχει καθυστερήσει πάρα πολύ στην εκμετάλλευσή τους. Το Ισραήλ και η Αίγυπτος, για παράδειγμα, βρίσκονται πολύ πιο μπροστά. Μάλιστα οι σχεδιασμοί τους γίνονται σχεδόν ανεξάρτητα από τις εξελίξεις στην Κύπρο. Καμία από τις επιλογές που επεξεργάστηκε η Κυπριακή Δημοκρατία τα τελευταία χρόνια για την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου δεν έχει υλοποιηθεί – δεν βρίσκονται καν στην διαδικασία υλοποίησης. Δεν έχει καν καταφέρει να εκμεταλλευτεί το αέριο για τις δικές της ενεργειακές ανάγκες. Συνεπώς η Κύπρος κινδυνεύει να μείνει εκτός των μακροπρόθεσμων ενεργειακών σχεδιασμών της περιοχής, δεδομένου και του ότι η Ευρώπη ψάχνει προμηθευτές που να μπορούν να της παρέχουν ενέργεια άμεσα – το 2023 θα είναι πολύ κρίσιμο για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης. Εάν η Κύπρος δεν βιαστεί, οι εξελίξεις θα την ξεπεράσουν εκ των πραγμάτων.


– Ποια θεωρείτε ότι πρέπει να είναι η αντίδραση της Κύπρου αλλά και της Ελλάδας στην ενδεχομένη προσπάθεια δημιουργίας λιμανιού και αεροδρομίου για τις στρατιωτικές δυνάμεις της Τουρκίας στα κατεχόμενα- κάτι που έχει συζητηθεί από την τουρκική πλευρά. 

Δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια αντίδρασης. Αυτό δυστυχώς είναι μια διαχρονική πραγματικότητα για τα όσα παρανόμως κάνει η Τουρκία στα κατεχόμενα. Η μοναδική επιλογή της Κύπρου είναι να καταφύγει στον ΟΗΕ και την ΕΕ για στήριξη. Ωστόσο, αν η μέχρι τώρα στάση της ΕΕ απέναντι στις τουρκικές παραβιάσεις στην Κύπρο μας δίνει κάποιες ενδείξεις, δεν θα έπρεπε κανείς να περιμένει πολλά. Η Ελλάδα ίσως να μπορούσε να πιέσει περισσότερο μέσω του ΝΑΤΟ. Αλλά ήδη αναλώνεται διπλωματικό κεφάλαιο σε άλλα ζητήματα που αντιμετωπίζει η Συμμαχία με την Τουρκία. Συνεπώς και εκείνη η προσπάθεια – παρόλο που θα έπρεπε να επιδιωχθεί – θα είναι μάλλον δύσκολη.

– Τελειώνοντας, θα ήθελα το σχόλιο σας καθώς το 2023 είναι εκλογική χρονιά. Αρχικά με τις προεδρικές εκλογές στην Κύπρο και ακολουθούν εκλογές σε Ελλάδα και Τουρκία.  Ποια η εκτίμησή σας για τις ισορροπίες που θα διαμορφωθούν. 

Το βέβαιο είναι ότι σε προεκλογικές και μεταβατικές περιόδους τα πράγματα καθίστανται πιο ρευστά και ασταθή. Ο χρονισμός των τριών εκλογικών διαδικασιών δεν είναι ιδανικός δεδομένου ότι η Ελλάδα και η Κύπρος θα πρέπει να βρίσκονται σε εγρήγορση για να αντιμετωπίσουν τις εντάσεις που θα συνεχίσει να δημιουργεί ο Ερντογάν τουλάχιστον μέχρι τις εκλογές του Μαΐου. Η πολωμένη κατάσταση εντός της Τουρκίας καθιστά τις επερχόμενες εκλογές στη χώρα και έναν παράγοντα που μπορεί να λειτουργήσει αποσταθεροποιητικά ακόμα και μετά το αποτέλεσμα, δηλαδή στην περίπτωση που αυτό αμφισβητηθεί από τον ηττημένο. Είναι γι’ αυτούς τους λόγους που η διεθνής κοινότητα αλλά και οι χώρες της περιοχής μας αναμένουν να δουν ποια θα είναι η έκβαση. Συνεπώς θεωρώ ότι καταλύτης για τις ισορροπίες της επόμενης μέρας θα είναι πρωτίστως η Τουρκία.

 

 

*Ο Ζήνωνας Τζιάρρας είναι Λέκτορας στο Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κύπρου και συν-ιδρυτής του Geopolitical Cyprus. Μεταξύ άλλων, είναι ο συγγραφέας του Turkish Foreign Policy: The Lausanne Syndrome in the Eastern Mediterranean and Middle East (Springer, 2022).

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024