02/05/2024

Μετά το τραγικό ναυάγιο στην Πύλο, τρία διδάγματα για την αντιμετώπιση της θαλάσσιας ασφάλειας

Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς*

Μόλις ολοκληρωθεί μια θαλάσσια επιχείρηση, ο προβληματισμός σχετικά με τα διδάγματα ξεκινά αμέσως. Έτσι μερικές ημέρες μετά το δυστύχημα στην ανοικτή θάλασσα περιοχής ευθύνης μας στην Πύλο, πολύ λίγα υπάρχουν ως σχολιασμοί που διερευνούν τις πολιτικές που διαμορφώνουν αυτές τις προσπάθειες. Υπ’ αυτή την έννοια πιστεύω ότι είναι σημαντικό να καταγράψουμε ορισμένα διδάγματα πολιτικής που θα μπορούσαν να εξετάσουν οι ηγεσίες εάν θέλουν να οικοδομήσουν μελλοντικές συνέργειες σε παρόμοιες θαλάσσιες ενέργειες.

Το 2004, ιδρύθηκε η Frontex, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, που στηρίζει την ΕΕ και τις χώρες Σένγκεν στη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ και στην καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος. Σήμερα, τα κράτη μέλη εμπλέκονται σε δραστηριότητες ελέγχου των συνόρων στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, στο πλαίσιο του οποίου ανταλλάσσονται πληροφορίες και εμπειρογνωμοσύνη με όλες τις χώρες της ΕΕ, καθώς και με τις γειτονικές τρίτες χώρες που επηρεάζονται από τις μεταναστευτικές τάσεις και το διασυνοριακό έγκλημα.   

Επίσης μέσω της ανάπτυξης ναυτικών δυνάμεων, η ΕΕ στόχευσε στο πλαίσιο της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας (ΚΠΑΑ), στις επιχειρήσεις διατήρησης της ειρήνης, στην πρόληψη των συγκρούσεων και στην ενίσχυση της διεθνούς ασφάλειας. Έτσι δημιούργησε και την επιχείρηση IRINI η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της συνολικής προσέγγισης της ΕΕ για τη διαχείριση κρίσεων, που βασίζεται σε πολιτικά και στρατιωτικά μέσα. Σχεδόν 4.000 γυναίκες και άνδρες συμβάλλουν στην προώθηση της ειρήνης και της ασφάλειας όπου χρειάζεται, παρέχοντας σταθερότητα και χτίζοντας ανθεκτικότητα σε εύθραυστα περιβάλλοντα. Από το 2003 που ξεκίνησαν οι πρώτες αποστολές και επιχειρήσεις ΚΠΑΑ, η ΕΕ έχει αναλάβει περισσότερες από 37 υπερπόντιες επιχειρήσεις, χρησιμοποιώντας μη στρατιωτικές και στρατιωτικές αποστολές και επιχειρήσεις σε πολλές χώρες στην Ευρώπη, την Αφρική και την Ασία. Μέχρι σήμερα, υπάρχουν 21 αποστολές και επιχειρήσεις ΚΠΑΑ σε εξέλιξη, 12 από τις οποίες είναι πολιτικές και 9 στρατιωτικές.

Ενώ οι συνασπισμοί είναι ακόμη σε εξέλιξη, μπορούμε να αντλήσουμε τα πρώτα διδάγματα. Καθώς το διεθνές περιβάλλον ασφάλειας γίνεται όλο και πιο ασταθές, η οικοδόμηση επιτυχημένων συνασπισμών ασφαλείας θα είναι πρωταρχικής σημασίας, οι οποίοι θα πρέπει όλο και περισσότερο να βασίζονται στους εταίρους για να βοηθήσουν στην υπεράσπιση των συμφερόντων εθνικής ασφάλειας.

Πρώτον: Οι πολιτικοί στόχοι πρέπει να είναι εφικτοί και καθορισμένοι με σαφήνεια

Τα συνεκτικά μηνύματα και οι σαφείς στόχοι είναι πρωταρχικής σημασίας για την επιτυχία μιας ναυτικής επιχείρησης ενός συνασπισμού. Διασφαλίζουν ότι τα συμμετέχοντα έθνη κατανοούν το εύρος της εμπλοκής τους και εγγυώνται ότι οι παραβάτες δεν μπορούν να εκμεταλλευτούν τις αντιφάσεις στα μηνύματα και τους στόχους. Όσον αφορά τη Μεσόγειο, αν και τα αιτήματα για την ενίσχυση επιχειρήσεων διάσωσης αυξάνουν, καθώς το μεταναστευτικό ρεύμα συνεχίζει, δεν δημιούργησαν ελπίδες για μια λιγότερο εχθρική μεταναστευτική πολιτική, κυρίως από την Ιταλία και τη Μάλτα. Όλοι προτρέπουν τα κράτη της ΕΕ να δημιουργήσουν ένα «αυτόματο σύστημα» για τον επιμερισμό των βαρών, έτσι ώστε εάν μετανάστες/πρόσφυγες έφταναν στις χώρες εισόδου, να μπορεί να είναι σίγουροι ότι τα άλλα κράτη θα έπαιρναν το μερίδιο που τους αναλογεί. Οι συνεχιζόμενες συζητήσεις μεταξύ της Ιταλίας, της Μάλτας, της Γαλλίας και της Γερμανίας αντιμετωπίζουν καταστάσεις αντιπαράθεσης στη Μεσόγειο.  Στο τέλος λόγω αβουλίας των εθνικών κυβερνήσεων και της ΕΕ όταν παρουσιάζεται παράνομη διακίνηση μεταναστών όλοι προσπαθούν να απαλλαγούν από τον “Μουτζούρη” περιμένοντας να δούνε που θα βυθιστεί το μέσο διακίνησης για να προβούν αντίστοιχα σε διάσωση.

Επομένως, ο συνασπισμός αυτός αποδείχτηκε αμφιλεγόμενος όχι λόγω της αποστολής του αλλά κυρίως λόγω του πολιτικού του πλαισίου. Οι περισσότερες χώρες φοβούνται ότι θα μετατραπούν σε «αποθήκες ψυχών» λόγω κυρίως της νομοθεσίας που αποφασίστηκε στο Δουβλίνο. Αυτή η έλλειψη κοινών διπλωματικών στόχων κατέστησε αδύνατη μια κοινή ευρωπαϊκή προσέγγιση παρά τα παρόμοια οικονομικά συμφέροντα και συμφέροντα ασφάλειας. Αυτό το πρώτο δίδαγμα έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς η αμοιβαία εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων έχει διαβρωθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια. Εάν η ΕΕ θέλει να πείσει τους Ευρωπαίους εταίρους της να συμμετάσχουν απρόσκοπτα σε μελλοντικές συνδυασμένες επιχειρήσεις, θα χρειαστεί προσπάθεια για να εξασφαλιστεί εκ των προτέρων μια πολιτική ευθυγράμμιση.

Δεύτερον: Οι νομικές αρχές (παγκόσμιες-περιφερειακές-εθνικές) και οι πολιτικές εντολές πρέπει να είναι σαφείς

Ένα σαφές νομικό πλαίσιο είναι επίσης κρίσιμο για κάθε επιτυχημένο συνασπισμό για την ασφάλεια στη θάλασσα. Οι κανόνες εμπλοκής για παράδειγμα, πρέπει να είναι καλά καθορισμένοι, όπως εάν ο έλεγχος και η διάσωση πρέπει να ασκείται συλλογικά ακόμη και σε διεθνή ύδατα ή εάν οι δυνάμεις κάθε έθνους πρέπει να ενεργούν μόνο για τον εαυτό τους. Στην περίπτωση της Μεσογείου, οι Ευρωπαίοι αποφάσισαν να δώσουν επαρκείς εγγυήσεις ασφαλείας για να πείσουν τις χώρες να ενταχθούν χωρίς να επιβάλλουν μια ρύθμιση συλλογικής ασφάλειας, οπότε ο καθένας εφαρμόζει το νόμο κατά το δοκούν. Έτσι η συλλογική δράση πέρα ​​από τον συντονισμό και την ανταλλαγή πληροφοριών δεν εμπίπτει στην εντολή των συνασπισμών.

Η συνεχής ανάπτυξη των “σύγχρονων δουλεμπόρων” στις ακτές της Βόρειας Αφρικής, χρειάζεται να αντιμετωπισθεί ως πράξη τρομοκρατίας κατά των διακινητών παράνομων μεταναστών. Χρειάζεται να δώσουμε μια έμφαση στην ελευθερία της ναυσιπλοΐας στις Θάλασσες με σκοπό να πιεσθεί η ΕΕ και το ΝΑΤΟ για κοινή αντιμετώπιση του ζητήματος, και να προχωρήσουμε όχι μόνο σε εμπάργκο όπλων κατά της Τουρκίας που υποστηρίζει ομάδες τζιχαντιστών, αλλά  και κατά των δουλεμπόρων που με τις ενέργειες τους προσπαθούν να αποσταθεροποιήσουν την ΕΕ και τις νότιες γειτονικές χώρες

Τρίτον: Να αγκαλιάσουμε μια προσέγγιση του συνόλου των πολιτικών

Οι συνασπισμοί θαλάσσιας ασφάλειας θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά σε πολιτικό επίπεδο για να διασφαλιστεί ότι οι εθνικές κυβερνήσεις έχουν μια οδό υψηλότερου επιπέδου -και όχι μόνο στρατιωτική- για να αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες, να αξιολογήσουν ορόσημα και τελικά να καθορίσουν πότε και πως θα ενεργούν. Προς το παρόν, ο συνασπισμός υπό την ηγεσία της ΕΕ δεν έχει τέτοια πολιτική πορεία, αν και διπλωμάτες και αξιωματούχοι πολιτικής συνέβαλαν καθοριστικά στην οικοδόμηση υποστήριξης στις χώρες εταίρους για συνεισφορές.

Η αποστολή θαλάσσιας επιτήρησης πρέπει να αποτελεί σταθερά μέρος μιας ευρύτερης διπλωματικής προσπάθειας υπό την ηγεσία της Ευρώπης για την προώθηση της περιφερειακής σταθερότητας. Τα συμμετέχοντα κράτη απαιτείται να δημιουργήσουν μια πολιτικοστρατιωτική ομάδα επαφής αποτελούμενη από ανώτερους αξιωματούχους. Αυτό το διοικητικό όργανο θα βοηθήσει τους Ευρωπαίους να συζητούν τακτικά την πρόοδο που σημειώνει η αποστολή και να ανταλλάσσουν σκέψεις για τα επόμενα βήματα. Αυτή η προσπάθεια είναι απαραίτητη για την ενθάρρυνση ενός περιεκτικού περιφερειακού διαλόγου για την ασφάλεια στη θάλασσα.

Συμπέρασμα

Σε ζητήματα που κυμαίνονται από την ανθρωπιστική βοήθεια και την ανακούφιση από καταστροφές έως την καταπολέμηση της πειρατείας και διακίνησης παρανόμων μεταναστών, την προστασία του θαλάσσιου εμπορίου και τις επιχειρήσεις ελευθερίας ναυσιπλοΐας, οι θαλάσσιες συμμαχίες θα συνεχίσουν να είναι κρίσιμοι για τη διεθνή ασφάλεια. Δεδομένων των περιορισμένων ναυτικών πόρων των εταίρων, οι θαλάσσιοι συνασπισμοί θα είναι ολοένα και πιο απαραίτητοι για να αντιμετωπίσουν ένα επιδεινούμενο περιβάλλον ασφαλείας στη Μεσόγειο Θάλασσα.

Τα διδάγματα που αντλήθηκαν από τις προσπάθειες ασφαλείας μέχρι σήμερα μπορούν να χρησιμεύσουν ως χρήσιμο πλαίσιο για μελλοντικούς θαλάσσιους συνασπισμούς. Όπως βιώθηκε από τις προσπάθειες της Ευρώπης, κάθε επιτυχημένος θαλάσσιος συνασπισμός απαιτεί κοινούς διπλωματικούς στόχους, συνεπή μηνύματα, σαφείς και ευέλικτες νομικές αρχές και πολιτικές εντολές, βιώσιμους και συμπληρωματικούς πόρους και ένα αξιόπιστο πολιτικό πλαίσιο.

 

*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου, είναι μέλος και ερευνητής του Ινστιτούτου για την Εθνική και Διεθνή Ασφάλεια και του Οργανισμού Διεθνούς Στρατηγικής.

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024