01/05/2024

Η προσπάθεια των Τούρκων να νικήσουν χωρίς να δοθεί μάχη

Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς* 

 

Η μεγαλύτερη τέχνη στον πόλεμο είναι να υποτάξεις τον εχθρό χωρίς μάχη. Sun Tzu (Σουν Τσου)

Τα πρόσφατα σημάδια δείχνουν μια μετατόπιση των στρατηγικών προοπτικών της Τουρκίας, η οποία συνδυάζεται με εντατικές πρωτοβουλίες και δραστηριότητες με τη Ρωσία, αυξάνοντας τη δυνατότητα μακροπρόθεσμης αλλαγής με εκτεταμένες συνέπειες στο ΝΑΤΟ που περιλαμβάνουν και παρακλάδια εντάσεων με τον Ελληνισμό κυρίως με την εκτέλεση υβριδικού πολέμου και χρήση υβριδικών απειλών στο πλαίσιο της ειρήνης, των συγκρούσεων και του πολέμου. Δείχνει πώς ο υβριδικός πόλεμος και οι απειλές ταιριάζουν στην παραδοσιακή της δυναμική των συγκρούσεων.

Οι προκλήσεις που σχετίζονται με τον υβριδικό πόλεμο και τις υβριδικές απειλές βρίσκονται σήμερα στην ημερήσια διάταξη των συζητήσεων και αναλύσεων. Οι τουρκικές διεκδικήσεις με συνεχείς και πολλαπλές παραβιάσεις, απειλώντας ακόμη και με πόλεμο  εμφανίζονται ως ένα “φάντασμα” που στοιχειώνει στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Παρουσιάζουν μια μορφή πολέμου που συνδυάζει μια σύγκρουση που δεν αναγνωρίζει κανένα όριο μεταξύ του άοπλου μετανάστη ή πρόσφυγα και του πολεμιστή στρατιώτη, ναύτη ή αεροπόρου. Είναι πόλεμος συγκεκαλυμμένος και ανοικτός. Πόλεμος ειρήνης που ενίοτε επιτυγχάνει τη νίκη, γκριζάροντας περιοχές της ελληνικής επικράτειας, όπως τα Ίμια. Παραβιάσεις, παραβάσεις και αμφισβητήσεις του διεθνούς δικαίου όπου η ηθική του συνολικού πολέμου έχει χάσει το νόημά της και στη μικρότερη αψιμαχία. Η γκρίζα περιοχή ή η γκρίζα ζώνη μεταξύ της ειρήνης και του πολέμου έχει αυξηθεί σημαντικά. Έτσι η ανάγκη να κατανοήσουμε πώς μπορούμε να χειριστούμε αυτό το είδος πολέμου και συναφών απειλών φαίνεται όλο και περισσότερο απαραίτητη.

Η τουρκική επιδίωξη και οι προθέσεις τους έχουν γίνει γενικά κατανοητές, τουλάχιστον στο στρατιωτικό τομέα και στον τομέα της ασφάλειας. Η νοοτροπία της Τουρκίας όσον αφορά την πολιτική ασφάλειας είναι ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος όπου ο στόχος είναι πάντοτε να κερδίσει, με την υποκείμενη σκέψη να βασίζεται σε μια αντίληψη μιας συνεχούς τρέχουσας κατάστασης πολέμου. Έτσι, τα σύνορα μεταξύ του πολέμου και της ειρήνης δεν ακολουθούν το διεθνές δίκαιο. Ως εκ τούτου, η γκρίζα περιοχή μεταξύ πολέμου και ειρήνης έχει γίνει ουσιαστικά μεγαλύτερη, δημιουργώντας έναν κενό χώρο που χρειάζεται να ξεδιαλύνει. Εν ολίγοις, η σκέψη σχετικά με το περιβάλλον ασφάλειας είναι ώριμη για μια «προσπάθεια» που θα βοηθήσει να κατανοηθεί η κατάσταση. Διακρίνουμε, πως αυτή η κατάσταση δεν είναι τόσο καινούργια, ούτε μοναδική, αλλά έφτασε και συνέβαλε αναμφίβολα στην τρέχουσα κατανόηση του σημερινού πολέμου και των απειλών.

Απαντώντας σε ερωτήσεις κάνουμε μια εκτίμηση της πιθανότητας πολέμου

Ποιος θα ξεκινήσει τον πόλεμο; Δεν υπάρχει περίπτωση να τον ξεκινήσει η Ελλάδα εφόσον δεν δεχτεί επίθεση. Η αναβάθμιση των ελληνικών αεροναυτικών δυνάμεων αν και είναι στην ημερήσια διάταξη, δεν θα έλυνε το θέμα, εφόσον η Τουρκία ξεκινούσε τη σύγκρουση. Όσο η τουρκική επικράτεια παραμείνει άθικτη, η Άγκυρα μπορεί να ξαναχτίσει τις ένοπλες δυνάμεις της. Βέβαια μια επίθεση στο Πολεμικό Ναυτικό είτε στο Αιγαίο ή στην Ανατολική Μεσόγειο θα ήταν ένα μεγάλο στοίχημα για τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις και θα πρέπει να υπολογίσουν το κόστος μιας ήττας στη θάλασσα, ιδιαίτερα στο εσωτερικό τους αλλά και στη συμμαχία.

Γιατί υπάρχει αυτή η συζήτηση περί πολέμου; Διότι οι Τούρκοι έκαναν παγκοίνως γνωστό ότι σχεδιαζόταν μια επίθεση είτε με το σχέδιο Βαριοπούλα ή με απειλές αξιωματούχων διαδίδοντας την είδηση «Θα έρθουμε ξαφνικά ένα βράδυ» για να δώσουν σήμα στο εσωτερικό τους, ότι είναι συνετά τα σχέδιά τους και ότι είναι άτρωτοι. Αλλά αν αυτά τα σχέδια ήθελαν πραγματικά να τα εφαρμόσουν, έπρεπε να τα κρατήσουν κρυφά για να μην επιτρέψουν στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις να έχουν άφθονο χρόνο για να προετοιμαστούν για αυτό. Κανείς δεν θέλει να δώσει το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού στην άλλη πλευρά. Ο επιτιθέμενος πρέπει να διατηρήσει τη μυστικότητα των σχεδίων του. Ο αμυνόμενος θα πρέπει να εξαγγέλλει τις προετοιμασίες του για να αποτρέψει τον επιτιθέμενο. Έτσι, εφόσον η Τουρκία είναι ο επιτιθέμενος, η διαρροή των ειδήσεων είναι καταστροφική. Αλλά ένας από τους λόγους που ο πόλεμος δεν μπορεί να προγραμματιστεί χρονικά πολύ μακριά είναι ότι όσο μεγαλύτερη είναι η διάρκεια, τόσο πιο πιθανό να υπάρξει διαρροή. Εάν σχεδιαζόταν ένας πραγματικός πόλεμος, θα ήταν σε πολύ σύντομο χρονοδιάγραμμα.

Τι ελπίζει να πετύχει ο επιτιθέμενος και αξίζει να αναλάβει τον κίνδυνο; Η Τουρκία θέλει να εξασφαλίσει τον έλεγχο στη λεγόμενη «Γαλάζια Πατρίδα» και να διασφαλίσει την πρόσβαση στους υδρογονάνθρακες από το βυθό στην Ανατολική Μεσόγειο, αποβάλλοντας τον Ελληνισμό από τη δικαιούμενη ΑΟΖ. Ωστόσο ο Ελληνισμός έχει δείξει ότι έχει την ικανότητα και διαθέτει την πολιτική βούληση να αντιμετωπίσει το πέρασμα από μια πλασματική απειλή σε μια πραγματική απειλή.

Ποιο θα είναι το μέτωπο του πολέμου; Ο Ελληνισμός είναι ικανός να διεξαγάγει ακόμη και χερσαίες επιχειρήσεις στο εσωτερικό της Τουρκίας. Η Τουρκία μπορεί να διεξαγάγει έναν αερο-ναυτικό πόλεμο, αλλά θα το έκανε εναντίον ενός πολύ ικανού εχθρού. Το μειονέκτημα της Άγκυρας είναι ότι η επικράτεια της δεν είναι ασφαλής. Αντίθετα το πλεονέκτημα της Ελλάδας είναι ότι τα νησιά είναι οπλισμένα για να αντιμετωπίσουν την τουρκική απόβαση. Οπότε ο πόλεμος θα εξελιχθεί διακλαδικά σε αέρα, θάλασσα σε συνδυασμό με χερσαίες επιχειρήσεις στα τουρκικά εδάφη.  Με άλλα λόγια, η Ελλάδα μπορεί σε κάποιο βαθμό να καθορίσει πού θα είναι το μέτωπο του πολέμου.

Διατίθενται οι οικονομικοί πόροι για να υποστηρίξουν έναν πόλεμο; Και οι δύο οικονομίες βρίσκονται σε επισφαλείς θέσεις, αλλά σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε η ύφεση της Ελλάδας φαίνεται να έχει ξεπεραστεί σε κάποιο βαθμό, ενώ της Τουρκίας είναι ένα διαρθρωτικό γεγονός. Η διατήρηση του πολέμου θα ήταν πιο δύσκολη για την Τουρκία παρά για την Ελλάδα.

Δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι η Τουρκία θα σχεδίαζε έναν πόλεμο τόσο απρόσεκτα. Ωστόσο, ένας πόλεμος θα μπορούσε να είναι ακόμη στο προσκήνιο.

Μετά την κατανόηση αυτή πλέον, γεννούνται τρις υποχρεώσεις προς αυτούς που χαράσσουν την πολιτική εθνικής ασφαλείας. Πρώτον, να είναι βιώσιμοι οι παραδοσιακοί μας μηχανισμοί για την κατανόηση της πραγματικότητας στον τομέα της εθνικής ασφάλειας. Δεύτερον, να είμαστε ικανοί να διακρίνουμε την αλήθεια από το ψεύδος ή να αναστρέψουμε την παραπλάνηση και να επηρεάζουμε τις προσπάθειες και τα γεγονότα. Και τρίτον, οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων να θεωρούν την επαγγελματική ανάλυση βασισμένη στα γεγονότα ως βάση για τη λήψη αποφάσεων. Ο υβριδικός πόλεμος και οι υβριδικές απειλές από την Τουρκία θεωρούνται ως δύο όψεις του ιδίου νομίσματος. Ο υβριδικός πόλεμος αφορά τα ενεργά μέτρα της Τουρκίας έναντι του Ελληνισμού. Αντίθετα, οι υβριδικές απειλές είναι παθητικές, είναι άλλοτε πραγματικές ή ακόμη και φανταστικές απειλές από πιθανές μελλοντικές ενέργειες εναντίον μας παρότι είμαστε σύμμαχοι στον αμυντικό συνασπισμό του ΝΑΤΟ.

Συμπέρασμα-Προτάσεις

Όπως ήδη αναφέραμε ο υβριδικός πόλεμος δεν είναι καινούργιος ούτε μοναδικός. Ταυτόχρονα, είναι χρήσιμη η ανάλυση με σκοπό την ενίσχυση των σημερινών θεσμών ασφαλείας. Να προνοήσουμε στην πρόληψη της ευρύτερης έννοιας του ασύμμετρου πολέμου, που είναι αναγκαία για να κατανοήσουμε και να λογοδοτήσουμε για τον πόλεμο και τις απειλές στον σημερινό κόσμο. Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε τον όρο, «ασύμμετρο πόλεμο» για τις ροές των μεταναστών από τις τουρκικές ακτές, αλλά οι έννοιες του υβριδικού πολέμου και της υβριδικής απειλής προσθέτουν αξία στο ότι είναι πιο συγκεκριμένες και περιεκτικές. Κλείνοντας αυτή την ανάλυση υποβάλλουμε τις παρακάτω πέντε προτάσεις για την ενίσχυση της αντιμετώπισης του εχθρού.

  1. Να αυξήσουμε τους πόρους και να ενισχύσουμε τις υπηρεσίες που αφιερώνονται στη συλλογή και ανάλυση της τουρκικής συμπεριφοράς και στη συλλογή πληροφοριών με έμφαση στην κατασκοπεία-αντικατασκοπεία.
  2. Να ενισχύσουμε τη πρόσβαση του κοινού σε πληροφορίες για τη Τουρκία μέσω οικονομικής στήριξης τόσο σε αξιόπιστους φορείς ενημέρωσης, καθώς και να δημιουργήσουμε νέο θεσμό, όπως ένα τμήμα υβριδικών αναλύσεων της Διακλαδικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και Ασφάλειας.
  3. Να ξεκινήσουμε μια νέα εκστρατεία για τη διάδοση της αξίας της ελληνικής θαλάσσιας ισχύος μέσω θεσμών του ΝΑΤΟ, επιδιώκοντας ακόμη και το ρόλο του Διοικητού της Ανατολικής Μεσογείου (COMEDEAST).
  4. Να συνεργαστούμε τακτικά με συμμάχους σχετικά με τους στόχους και τα κίνητρα της Τουρκίας, αναζητώντας μεταξύ άλλων μια επικαιροποίηση της Στρατηγικής Αντίληψης των συμμάχων και εταίρων για το θαλάσσιο χώρο της Μεσογείου.
  5. Να συμπληρώσουμε τις αμυντικές αδυναμίες μας μέσω της υποστήριξης των ΗΠΑ και της ΕΕ για πρόσθετες προσκτήσεις αμυντικών συστημάτων και νέων αεροναυτικών μονάδων με σκοπό τη διαμόρφωση ισορροπίας δυνάμεων και συνδρομή μονάδων μας σε νέες ασκήσεις και προετοιμασίες αξιόπιστης άμυνας στο γεωστρατηγικό χώρο της Μεσογείου.

 

 

*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι μέλος και ερευνητής του Institute for National and International Security, και του Strategy International.

 

 

Σημείωση: Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Μακεδονία στις 25/3/23 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024