26/04/2024

Νέο Τοπίο Στρατηγικού Ανταγωνισμού

Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς *

 

Ο υπαινιγμός του Πούτιν για απόσυρση των στρατευμάτων μπορεί να υποδηλώνει ελάχιστα καθώς η αξιοπιστία του υποφέρει. Ποτέ δεν είχε αρκετά στρατεύματα γύρω από την Ουκρανία για να εισβάλει και να καταλάβει ολόκληρη τη χώρα, όπως παρουσίασα στην  Ταχεία εκτίμηση καταστάσεως για τη Ρωσο-Ουκρανική κρίση . Περισσότερο από πιθανό το σχέδιο της Ρωσίας είναι να μετατρέψει την Ουκρανία σε αποτυχημένο κράτος, όπως ανέφερα σε άρθρο με τίτλο Η γεωστρατηγική στη Ρωσο-Ουκρανική κρίση δεν είναι μια εξίσωση λογιστικής.  Η εκτίμησή μου ήταν η προσπάθεια της Ρωσίας για μια ώθηση στο νότο για την επέκταση της ρωσικής περιοχής ελέγχου κατά μήκος της Αζοφικής Θάλασσας όσο το επιτρέπουν οι ουκρανικές δυνάμεις. Τα στρατεύματα στη Λευκορωσία στα βόρεια και στην Υπερδνειστερία στα δυτικά θα έκαναν αρκετά για να εμποδίσουν την Ουκρανία να αναδιατάξει δυνάμεις για να αντιμετωπίσει την πραγματική επίθεση στο νότο, όπως εκτίμησα σε ανάλυση με θέμα Ουκρανική κρίση: Το πιθανότερο σενάριο.

Είναι επίσης πιθανό η Ρωσία να μην χρησιμοποιήσει απροκάλυπτη στρατιωτική δύναμη, αλλά να στηριχθεί, όπως έκανε στο Ντονμπάς το 2014, σε πληρεξούσιες δυνάμεις που υποστηρίζονται από Ρώσους χωρίς εμφανή διακριτικά. Ή ο Πούτιν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει «ιδιωτικές» δυνάμεις ασφαλείας όπως η ομάδα Wagner. Αυτό θα ήταν επικίνδυνο στρατιωτικά, καθώς οι ουκρανικές δυνάμεις έχουν βελτιωθεί αρκετά. Όμως, η εγχώρια πολιτική οπισθοδρόμηση από απώλειες θα μειωνόταν. Είναι επίσης πιθανό τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ να κάνουν τα στραβά μάτια, ή τουλάχιστον να μειώσουν την αντίδρασή τους, στη χρήση πληρεξουσίων δυνάμεων. Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της επιθετικής δραστηριότητας των Ρώσων έχουν αναφερθεί σε κείμενο μου, με θέμα Μπορεί η Ρωσία να φέρει την Ουκρανία στα άκρα; 

Η στρατιωτική δράση δεν είναι η μόνη επιλογή της Ρωσίας. Απλώς η διατήρηση ενισχυμένων δυνάμεων στα σύνορα της Ουκρανίας θα δημιουργήσει αβεβαιότητα, η οποία αποθαρρύνει τους επενδυτές και αυξάνει τα οικονομικά βάρη. Η παραπληροφόρηση φέρνει το ίδιο αποτέλεσμα. Η Μόσχα μπορεί να μην έχει αρκετές πληροφορίες σχετικά με την ουκρανική διαφθορά, όμως όπου οι Ρώσοι δεν έχουν πληροφορίες, είναι καλοί στο να τις εφευρίσκουν, για να εξαπολύσει αναρίθμητες επιθέσεις στην άρχουσα ελίτ της Ουκρανίας. Η Μόσχα μπορεί επίσης να στρατολογήσει μισθοφόρους για να δημιουργήσει αταξία και να υποστηρίξει τρομοκρατικές επιθέσεις που να μοιάζουν με επιθέσεις εναντίον Ρώσων. Οι Ρώσοι χάκερ, επίσης, έχουν διεισδύσει στον κυβερνοχώρο της Ουκρανίας, αυξάνοντας την πιθανότητα συνέχισης των επιθέσεων σε κρίσιμες δυνατότητες υπολογιστών. Οπότε τα σενάρια υβριδικής εισβολής χωρίς στρατιωτικό στοιχείο παραμένουν υψηλά σε πολλούς τομείς όπως συνεχή παραπληροφόρηση, διαδικασίες πολιτικής αναταραχής, υπονόμευσης της εμπιστοσύνης και φυσικών ενεργειών με πιθανές τρομοκρατικές επιθέσεις, επιχειρήσεις δολιοφθοράς, και κυβερνοεπιθέσεις σε κρίσιμες υποδομές, όπως έχω αξιολογήσει σε άρθρο μου με θέμα Γεωπολιτικός ανταγωνισμός με πληρεξούσιους

Από την πλευρά των ΗΠΑ, επέλεξαν να αποκαλύπτουν τα σχέδια της Μόσχας για να αποτρέψουν την εκτέλεσή τους. Αυτή ήταν, ανέκαθεν, μια αποτελεσματική τακτική, κατά των υβριδικών επιθέσεων. Το ΝΑΤΟ έχει προετοιμασμένα σχέδια για τον τρόπο αντίδρασης σε διάφορα σενάρια, ακόμη και μη στρατιωτικά. Ο Πούτιν είναι καλός στο να χρησιμοποιεί όλα τα στοιχεία της εθνικής ισχύος για να υπονομεύσει την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα των γειτόνων της Ρωσίας. Η Δύση πρέπει να είναι τουλάχιστον το ίδιο ευκίνητη και αποτρεπτική ως απάντηση. Οπότε αυτό που ελπίζουμε πλέον είναι μια λύση όπως περιγράφεται σε άρθρο με θέμα Η Διπλωματία θα προσπαθήσει να φέρει λύση αμοιβαίου συμφέροντος   (Win-Win)

Όσον αφορά την Ευρώπη ενωμένη και ελεύθερη δεν πρόκειται να υπάρξει σύντομα. Όπως το ανέφερα σε άρθρο με θέμα Η Ευρώπη ενωμένη και ελεύθερη είναι ήδη νεκρό γράμμα. Ο Πούτιν έκανε την επιλογή του. Η Ρωσία είναι πλέον ένα απολυταρχικό καθεστώς με αναθεωρητικές φιλοδοξίες στη γειτονιά της. Θα χρειαστεί να υπερασπιστεί αυτές τις φιλοδοξίες με τη δική της ισχύ και με ό,τι μέσο έχει στη διάθεσή της με πιθανό συνεργάτη την Κίνα. Όμως η Κίνα και η Ρωσία μπορεί να είναι φίλοι αλλά δεν είναι ούτε ίσοι και έχουν αντικρουόμενα συμφέροντα.

Στον πρώτο γύρο του Ψυχρού Πολέμου, η Κίνα και η Ρωσία δεν ήταν πάντα στην ίδια πλευρά. Εκτός από τις διαφορετικές ερμηνείες τους για τη φύση του κομμουνισμού, ανταγωνίζονταν για επιρροή στην κεντρική Ασία και διαφωνούσαν στα μακρά σύνορα μεταξύ τους. Ίσως η ένταση μεταξύ τους περιλάμβανε τον φθόνο μιας φθίνουσας δύναμης προς μια ανερχόμενη. Πέρα από την πρόκληση που θέτουν οι Ηνωμένες Πολιτείες καθώς προσπαθούν να διατηρήσουν τις σφαίρες επιρροής τους και να εμποδίσουν τις προσπάθειες της Κίνας και της Ρωσίας να επεκτείνουν τη διεθνή τους επιρροή, στην εποχή της συνέχισης του Ψυχρού Πολέμου μετά την τριακονταετή ανάπαυλα, οι δύο τελευταίες χώρες ενώνονται από ορισμένα στρατηγικά οικονομικά συμφέροντα.

Μπορεί η συνδυασμένη στρατιωτική και οικονομική ισχύς και η γεωγραφική έκταση μιας συμμαχίας Κίνας/Ρωσίας να ήταν τεραστίων διαστάσεων. Αλλά οι συμφωνίες του Πούτιν με τον κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ  δεν εδραιώθηκαν σε ένα γνήσιο αμυντικό σύμφωνο. Αν δεν έχει συμφωνηθεί κάτι περισσότερο από όσα γνωρίζουμε, η Ρωσία δεν μπορεί να βασιστεί στην Κίνα για να βοηθηθεί στην αντιμετώπιση των δυτικών κυρώσεων. Μπορεί στους Κινέζους να μην αρέσει η διεύρυνση του ΝΑΤΟ, αλλά δεν είναι πρωταρχικό μέλημα για το Πεκίνο. Η σημασία της κινεζικής οικονομίας είναι πολύ πιο σημαντική.

Το Πεκίνο δεν επιθυμεί μια σύγκρουση των Ρώσων στην Ουκρανία διότι θα διαταράξει την παγκόσμια οικονομία. Παρόλα αυτά αν ο Πούτιν το επιχειρήσει η Κίνα θα είναι στη γωνία παρακολουθώντας σιωπηλή. Εάν τα καταφέρει η Ρωσία, οι Κινέζοι θα απολαύσουν το αποτέλεσμα ως ήττα για τους Αμερικανούς, το ΝΑΤΟ και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αν αποτύχει, οι Κινέζοι θα είναι αλώβητοι, και ωφελημένοι αφού θα χρειαστεί ο Πούτιν να πουλήσει ακόμα περισσότερο φυσικό αέριο.

Μια κοινή ιδεολογική-στρατηγική πλατφόρμα δεν επιλύει τις μεταξύ τους διαφορές, αλλά προκαλεί τις ΗΠΑ και τους εταίρους τους με τον ευρύ ορισμό των κινεζικών και ρωσικών αξιώσεων που υπερβαίνουν τα ζητήματα της Ταϊβάν και της Ουκρανίας. Ταυτόχρονα, η τρέχουσα συνεργασία μεταξύ Κίνας και Ρωσίας μπορεί να είναι προσωρινή, σχεδιασμένη για να ασκήσει περαιτέρω πίεση στις Ηνωμένες Πολιτείες στο πλαίσιο της ουκρανικής κρίσης.

Τόσο ο Πούτιν όσο και ο Σι Τζινπίνγκ τονίζουν τη συνεργασία τους στον ευρωασιατικό χώρο που είναι κοινός για τη Ρωσία και την Κίνα μέσω της Πρωτοβουλίας Belt and Road και της Ευρωασιατικής Οικονομικής Ένωσης (EAEU), καθώς και την αυξημένη συνεργασία μεταξύ τους στην περιοχή της Αρκτικής, η οποία γίνεται επίκεντρο του κινεζικού ενδιαφέροντος, εν μέρει επειδή η διαδρομή της Βόρειας Θάλασσας συντομεύει το δρόμο προς τις αγορές της Δυτικής Ευρώπης. Επιπλέον, η Ρωσία εξέφρασε την υποστήριξή της στην αρχή της «μίας Κίνας», επιβεβαιώνοντας ότι η Ταϊβάν είναι αναμφισβήτητα μέρος της Κίνας.

Μια κλιμάκωση της συνέχειας του Ψυχρού Πολέμου θα δυσκολέψει την Ελλάδα να βρει τη μέση λύση για να εξισορροπήσει τις πολιτικές, οικονομικές και ασφαλείς σχέσεις της με τις ΗΠΑ από τη μία πλευρά και την Κίνα και τη Ρωσία από την άλλη πλευρά. Στην Ουάσιγκτον υπάρχει μεγάλη κατανόηση για τον διάλογο μεταξύ Αθήνας και Μόσχας, ιδιαίτερα για τα ελληνοτουρκικά ζητήματα, αλλά είναι λιγότερο ανεκτική στην οικονομική συνεργασία μεταξύ Κίνας και Ελλάδας. Το βάρος της απόφασης βαρύνει την ελληνική κυβέρνηση, αλλά η Ουάσιγκτον εκτιμάται ότι μπορεί να ανακουφίσει τις συνέπειες των ελληνικών αποφάσεων, για παράδειγμα παρέχοντας βοήθεια για την αντιμετώπιση των πιθανών ευρύτερων οικονομικών αποτελεσμάτων.

 

*Ο Υποναύαρχος ε.α. Δημήτριος Τσαϊλάς δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου, είναι μέλος και ερευνητής του Ινστιτούτου για την Εθνική και Διεθνή Ασφάλεια.

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024